Το γουρουνόψαρο ή βαλιστής είναι ένα μεσαίου μεγέθους ψάρι με μέγιστο μήκος τα 60 εκατοστά και πιο σύνηθες τα 44 εκατοστά. Μπορεί να φτάσει έως και τα 6,2 κιλά. Το επιστημονικό του όνομα είναι Balistes caprsiscus και ανήκει στην οικογένεια των βαλιστιδών (Balistidae).
Πολλοί συγχέουν το γουρουνόψαρο (B. capriscus) με το μονόχειρο (Stephanolepis diaspros). Πρόκειται για 2 διαφορετικά ψάρια που ανήκουν σε διαφορετικές οικογένειες. Πρέπει να τονιστεί ότι το γουρουνόψαρο (ή καλύτερα βαλιστής) δεν θεωρείται ξενικό είδος στη Μεσόγειο αλλά ένα ψάρι που επεκτάθηκε γεωγραφικά από τον Ατλαντικό ωκεανό στη Μεσόγειο θάλασσα μέσω του Στενού του Γιβραλτάρ. Αντίθετα, ο μονόχειρος είναι ένα ξενικό είδος (Λεσεψιανός μετανάστης) για τη Μεσόγειο το οποίο επεκτάθηκε διαμέσου της Διώρυγας του Σουέζ στις θάλασσές μας.
Το γουρουνόψαρο απαντάται στον Ανατολικό και Δυτικό Ατλαντικό ωκεανό και στη Μεσόγειο θάλασσα. Συναντάται σε βάθη 0 – 100 μέτρα, συνήθως 0 – 55 μέτρα.
Το χρώμα του είναι γκρίζο σε όλη του την έκταση. Χαρακτηριστικό του είναι οι 3 πολύ σκληρές ακτίνες στο πρώτο ραχιαίο πτερύγιο. Το γουρουνόψαρο είναι βενθικό είδος και σαρκοφάγο. Τρέφεται με βενθικά ασπόνδυλα, όπως μαλάκια και καρκινοειδή. Η αναπαραγωγή του είδους λαμβάνει χώρα κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Κατά την αναπαραγωγή, το θηλυκό αποθέτει τα αυγά του μέσα σε μια μικρή κοιλότητα στο λασπώδες υπόστρωμα, όπου ακολούθως το αρσενικό τα φυλάει μέχρι την εκκόλαψή τους.