Το λυθρίνι είναι ένα μικρό σχετικά ψάρι με μέγιστο μήκος τα 60 εκατοστά και πιο σύνηθες τα 25 εκατοστά. Μπορεί να φτάσει έως και τα 3,2 κιλά. Το επιστημονικό του όνομα είναι Pagellus erythrinus και ανήκει στην οικογένεια των σπαριδών (Sparidae).
Το λυθρίνι απαντάται στον Ανατολικό Ατλαντικό ωκεανό, από τη Νορβηγία έως τη Γουινέα-Μπισσάου, συμπεριλαμβανομένης της Μεσογείου θάλασσας, του Πράσινου Ακρωτηρίου, της Μαδέρας και των Καναρίων Νήσων. Συναντάται σε βάθη έως 300 μέτρα αλλά συνήθως 20 – 100 μέτρα.
Το χρώμα του είναι ελαφρώς ροζ και περισσότερο στο τελείωμα των βραγχίων, αλλά έχει και μια υποψία χρώματος ασημί με μικρές μπλε κηλίδες στη ράχη του. Το σώμα του λυθρινιού είναι επίμηκες και συμπιεσμένα πλευρικά. Το κεφάλι του είναι σχετικά μικρό και κυρτό, κάτι το οποίο είναι περισσότερο εμφανές στα ενήλικα άτομα και το στόμα του βρίσκεται κάπως χαμηλά. Η διάμετρος του ματιού είναι η μισή σε σχέση με το ρύγχος του το οποίο είναι το λιγότερο διπλάσιο αυτής, αλλά και κωνικού σχήματος. Τα δόντια του είναι μυτερά. Είναι βενθοπελαγικό είδος και τρέφεται με ασπόνδυλα, κυρίως καρκινοειδή και σκουλήκια, αλλά και με μικρά ψάρια. Το λυθρίνι αναπαράγεται σε δυο περιόδους, το Φθινόπωρο και την Άνοιξη.
Στην Ελλάδα το λυθρίνι είναι είδος ιδιαιτέρως εμπορικό και συναντάται σχεδόν σε όλη την επικράτειά της. Για την παράκτια αλιεία θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα είδη και λόγω της μεγάλης κατανάλωσής του έχει με αργά βήματα μπει και στο χώρο των υδατοκαλλιεργειών. Ακόμα και σήμερα όμως θεωρείται «νέο είδος» και δεν καλλιεργείται στην έκταση που καλλιεργούνται η τσιπούρα και το λαβράκι.
Η νομοθεσία ορίζει σαν το ελάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος αλίευσης του είδους τα 15 εκατοστά.