Όσοι ψαρεύουμε με ζωντανό δόλωμα έχουμε κατά καιρούς δεχτεί συχνές επιθέσεις με αποτέλεσμα το ζωντανό καλαμάρι ή σουπιά που με τόσο κόπο αποκτήσαμε τελικά να καταλήγει ακρωτηριασμένο και νεκρό.
Όλοι γνωρίζουμε πια ότι ο υπαίτιος της κατάστασης αυτής είναι το σκαθάρι. Το σκαθάρι ανήκει στην οικογένεια των σπαριδών και είναι από τα πιο γνωστά θηράματα της παράκτιας καθετής. Το βάρος του μπορεί να φτάσει και να ξεπεράσει τα τρία (3) κιλά, όμως τα συνηθισμένα μεγέθη που συναντάμε είναι από τριακόσια (300) γραμμάρια ως ενάμισι (1,5) κιλό.
Είναι ένα αρκετά διασκεδαστικό ψάρεμα καθώς είναι αρκετά μαχητικό ψάρι και φέρνει σθεναρή άμυνα κατά το μάζεμά του και επίσης λόγω του ότι ζει κοπαδιαστά, έχουμε τη δυνατότητα να πιαστούν πολλά ψάρια όταν ανακαλύψουμε το κοπάδι. Επίσης είναι ένα αρκετά νόστιμο ψάρι, που μπορούμε να το φτιάξουμε είτε ψητό είτε βραστό.
Η ΕΥΡΕΣΗ ΨΑΡΟΤΟΠΟΥ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥ:
Μια από τις πιο αποδοτικές τεχνικές για το ψάρεμά του είναι η καθετή. Όμως προϋπόθεση για να πιάσουμε ψάρια είναι ο απλοϊκός και σημαντικός κανόνας, ότι πρέπει να υπάρχουν ψάρια εκεί όπου ψαρεύουμε. Από τη στιγμή που αποφασίσουμε λοιπόν να βγούμε για καθετή, πρέπει από την προηγούμενη μέρα, να έχουμε σχεδιάσει, ανάλογα και με τις καιρικές συνθήκες που επικρατούν και με την εποχή στην οποία βρισκόμαστε, κάθε μας κίνηση.
Αυτό περιλαμβάνει:
- Κατασκευή-συντήρηση παράμαλλων
- Προμήθεια-εύρεση δολώματος
- Απαραίτητος έλεγχος του εξοπλισμού μας
Οργάνωση του σκάφους και κυρίως, πάνω απ όλα, το σχεδιασμό της διαδρομής που θα ακολουθήσουμε και του ψαρότοπου στον οποίο θα καταλήξουμε. Όσον αφορά, στην οργάνωση του σκάφους, καθοριστικό παράγοντα στην έκβαση μιας ψαρευτικής εξόρμησης, παίζουν τα σύγχρονα ηλεκτρονικά βοηθήματα. Απαραίτητο όλων, το βυθόμετρο, που θα προτιμήσουμε να είναι, όσο το δυνατόν τελευταίας τεχνολογίας, ώστε να έχουμε μεγαλύτερη και καλύτερη αναπαράσταση του βυθού, ιδιαίτερα, αν ο βυθός είναι άγνωστος σε μας.
Τα τελευταία χρόνια, υπήρξε μία αλματώδης τεχνολογική εξέλιξη στον τομέα των βυθομέτρων. Έχουμε φτάσει στο σημείο της 3D αναπαράστασης του βυθού, διευκολύνοντάς μας τρομερά, στο να κατανοήσουμε τη μορφολογία μίας ξέρας και εν γένει ενός βυθού.
Επίσης, απαραίτητο όργανο είναι ένα GPS plotter, το οποίο θα μας καθοδηγήσει στο σημείο της ψαρευτικής μας δραστηριότητας, όπως επίσης θα μας δώσει τη δυνατότητα να εξερευνήσουμε και να αποθηκεύσουμε νέα σημεία ψαρέματος.
Πολλοί μανιώδης ψαράδες της καθετής χρησιμοποιούν ακόμη και κάμερα, που είναι το τελειότερο όργανο για να μας δώσει ακριβή απεικόνιση του βυθού, χωρίς κανένα περιθώριο λάθους! Σήμερα, στο εμπόριο μπορούμε να βρούμε εκπληκτικές κάμερες, τις οποίες μπορούμε να ρίξουμε και να ρυμουλκήσουμε με το σκάφος, μέχρι τηλεκατευθυνόμενα ρομπότ, που ελέγχονται από την επιφάνεια.
Δεν θα παραλείψουμε βέβαια και τους παλιούς ναυτικούς χάρτες, ιδιαίτερα, του αγγλικού ναυτικού, όπου εκτός από ξέρες, μας δείχνουν και σημεία ναυαγίων. Αυτά τα εργαλεία, τα τελευταία χρόνια, εδραιώνονται όλο και περισσότερο στις συνήθειες των ψαράδων, καθώς οι διαστάσεις τους, αλλά και το κόστος τους μειώνονται συνεχώς.
Παρότι, όπως λέμε «τα εργαλεία κάνουν το μάστορα», όλοι γνωρίζουμε ότι δεν είναι έτσι ακριβώς. Έτσι δεν είναι σαφώς ούτε και στο ψάρεμα. Πέρα λοιπόν, από όλα τα παραπάνω, η εμπειρία που έχουμε, οι τεχνικές γνώσεις, καθώς και ένα είδος αντίληψης μπορώ να πω «ταλέντο», είναι αυτά που τελικώς θα κρίνουν μαζί με τα αξιόπιστα όργανα, την επιτυχή έκβαση μιας ψαρευτικής εξόρμησης.
Δίνω όμως ιδιαίτερη σημασία στα ηλεκτρονικά όργανα, καθώς η σύσταση του βυθού είναι αυτή που θα καθορίσει την τεχνική που θα εφαρμόσουμε. Αλλά αυτό που αλλάζει δραματικά, είναι ασφαλώς, η αρματωσιά μας.
Η αναζήτηση ενός άγνωστου σε μας τόπου, γίνεται κυρίως, με τη συνδυασμένη χρήση δύο οργάνων, του GPS και του βυθομέτρου.
Ξεκινώντας λοιπόν την πορεία μας, προς μία ξέρα ή ένα ναυάγιο (πραγματικές οάσεις θηραμάτων), έχουμε ως οδηγούς, το GPS, το οποίο θα μας οδηγήσει στο σημείο, καθώς και το βυθόμετρο, το οποίο θα επιβεβαιώσει την εύρεσή του. Η έρευνα, στην προκειμένη περίπτωση, είναι η μισή δουλειά. Γενικά, οι τεχνητές οάσεις(ναυάγια) και οι φυσικές (ξέρες), είναι σημειωμένες στους ναυτικούς χάρτες.
Όμως, στις περισσότερες περιπτώσεις, το σημείο στο χάρτη δε συμπίπτει με το πραγματικό σημείο στη θάλασσα. Αυτό είναι ένα δεδομένο, το οποίο οφείλουμε να λάβουμε σοβαρά υπόψιν μας.
Όταν λοιπόν φτάσουμε στο σημείο, θα πρέπει να εξοπλιστούμε με μεγάλη υπομονή και να αρχίσουμε μια λεπτομερή έρευνα με το βυθόμετρο, κάνοντας ομόκεντρους κύκλους ή σταυρωτά περάσματα, μέχρι να βρούμε το ναυάγιο ή την ξέρα.
Τα νεαρά σκαθάρια μπορούν να βρεθούν σε λίγα μέτρα βάθος, όμως τα ενήλικα προτιμούν σχεδόν πάντα τα βαθιά νερά από είκοσι (20) ως εκατό (100) μέτρα ή ακόμα και βαθύτερα τους θερινούς μήνες, που το ψάρι αυτό εχει την τάση να απομακυνεται προς τα βαθυα.
Αυτό δεν σημαίνει ότι τα σκαθάρια δεν πλησιάζουν την ακτή, αντιθέτως μάλιστα μπορούμε να τα βρούμε εκεί όπου υπάρχουν κάθετα βράχια που «πέφτουν» απότομα και φθάνουν σε βάθος κατάλληλο για τα σκαθάρια. Ο καλύτερος ψαρότοπος για σκαθάρια μπορούμε να πούμε είναι οι βραχώδεις ξέρες που βρίσκονται γύρω στα τριάντα (30) ως σαράντα (40) μέτρα βάθος αν και συχνά τα πιο μεγάλα άτομα ζουν σε μεγαλύτερα και δυσκολότερα βάθη, κατά μέσο όρο γύρω στα εξήντα (60) ως ογδόντα (80) μέτρα. Όπως προανέφερα το σκαθάρι είναι ένα κοπαδιάρικο ψάρι που του αρέσει να περιπλανιέται και συχνά το συναντάμε σε κοπάδια που αποτελούνται από πάρα πολλά ψάρια , ιδιαίτερα μάλιστα κατά την περίοδο του ζευγαρώματος.
Οι πιο ενδεδειγμένοι μήνες για το ψάρεμα του είναι οι φθινοπωρινοί και οι χειμερινοί κυρίως όμως ο Ιανουάριος και Φεβρουάριος. Αυτήν την περίοδο επιστρέφει και πάλι η ηρεμία στη θάλασσα καθώς η έντονη θερινή δραστηριότητα ενοχλεί και διώχνει τα ψάρια από τις ακτές. Οι καλύτερες ώρες για το ψάρεμα του είναι το χάραμα και το σούρουπα που πραγματικά πιάνει μια φρενίτιδα τα ψάρια αυτά και είναι άσκοπο πραγματικά να τα ψαρεύουμε μεσημεριανές ώρες.
Αναφέραμε ότι κατά την περίοδο αναπαραγωγής, τα ψάρια αυτά μαζεύονται σε πολυάριθμες αγέλες, σχηματίζοντας τη λεγόμενη «μπάλα». Αν λοιπόν καταφέρουμε και εντοπίσουμε την «μπάλα» αυτή, τότε η διασκέδαση είναι εξασφαλισμένη καθώς τα ψάρια αυτά είναι παμφάγα και άπληστα.
Ζουν κυρίως σε μικτούς βυθούς που συνορεύουν με λάσπη και φύκια. Άλλοι τόποι που προτιμούν είναι τα σκαλοπάτια που σχηματίζονται από κατολισθήσεις βράχων ή στις χαράδρες των μεσοπέλαγων ξερών ή κοντά σε υφάλους. Άρα λοιπόν πολύ σημαντικό στοιχείο για μια ψαρευτική επιτυχία είναι προ πάντων η εύρεση του
κοπαδιού.
Ξεκινάμε λοιπόν για αναζήτηση με το βυθόμετρό μας στα σημεία που σας αναφέραμε και κυρίως στις πλευρές από τις ξέρες ή τους μικτούς βυθούς με βράχια και φύκια. Με λίγη εμπειρία θα μπορέσουμε να ξεχωρίσουμε τα κοπάδια των μικρών ψαριών (όπως σαφρίδια, γόπες, καλογριές κλπ) από εκείνα των σκαθαριών. Χαρακτηριστικό είναι ότι παρ’ ότι έχουν τη συνήθεια να ζουν σε κοπάδια, αυτά ποτέ δεν είναι τόσο πυκνά και συμπαγή όπως εκείνα των μικρών ψαριών, αυτό λοιπόν που θα δούμε στην οθόνη του βυθομέτρου μας, θα είναι εκείνη ενός κοπαδιού, αλλά με ψάρια πιο αραιά το ένα από το άλλο και μεγαλύτερων διαστάσεων. Γι αυτό πρέπει να ξεχάσουμε τη λειτουργία του βυθομέτρου που μας δείχνει το σύμβολο του ψαριού και θα ρυθμίσουμε το όργανο με τέτοιο τρόπο που να εμφανίζονται μόνο οι τελείες, που από το νούμερο και την πυκνότητα των οποίων, θα μπορέσουμε να εντοπίσουμε το κοπάδι.
Αφού εντοπίσουμε το κοπάδι, πρέπει να αγκυροβολήσουμε με τέτοιο τρόπο, ώστε να βρισκόμαστε όσο το δυνατό πιο κοντά του. Αν και ακούγεται κάτι εύκολο αυτό, δεν είναι έτσι ακριβώς, καθώς η θάλασσα, τα ρεύματα και ο άνεμος, θα δυσκολέψουν πάρα πολύ αυτή τη διαδικασία και ίσως χρειαστεί να την επαναλάβουμε πολλές φορές μέχρι να είμαστε στο κατάλληλο σημείο.
Το σκαθάρι είναι μπορούμε να πούμε, από τα κλασσικά <<κρύα>> ψάρια, καθώς τους καλοκαιρινούς μήνες απομακρύνεται αρκετά από την ακτή, που είναι σχετικά ασυνήθιστο σκηνικό για την ίδια οικογένεια των σπαριδών. Το αξιοπερίεργο επίσης του σκαθαριού είναι ότι ενώ είναι ψάρι του βυθού, συχνά συμπεριφέρεται σαν ψάρι του αφρού. Για παράδειγμα, σε ένα βάθος πενήντα (50) μέτρων ένας μη έμπειρος ψαράς που τώρα ξεκίνησε το ψάρεμα, θα περίμενε να βρει μια δέσμη («μπάλα» ψαριών) κοντά στον πυθμένα. Για παράδειγμα στα τρία (3) τελευταία μέτρα. Μερικές φορές όμως συμβαίνει αντί αυτού να υπάρχει η αντίστοιχη «μπάλα» σε ένα σημαντικό ύψος από τον πυθμένα σε απόσταση περίπου ακόμα και είκοσι (20) μέτρα. Αν πέσουμε σε μια τέτοια κατάσταση, δεν πρόκειται να πάρουμε κανένα τσίμπημα ακόμα και στην περίπτωση που χρησιμοποιούμε ένα μονό παράμαλλο λεπτό με το καλύτερο δόλωμα. Άρα λοιπόν καταλαβαίνουμε όπως και σας προείπα, πόσο σημαντικό και θεμελιώδους σημασίας είναι να μπορούμε να εντοπίσουμε με ακρίβεια το ύψος στο οποίο είναι τοποθετημένο το κοπάδι των ψαριών.
ΑΓΚΥΡΟΒΟΛΙΟ:
Όπως είπαμε, στην περίπτωση που πρέπει να χρησιμοποιήσουμε μαλάγρα, είναι απαραίτητη η αγκυροβόληση του σκάφους. Άρα λοιπόν, πρέπει να έχουμε τη σωστή άγκυρα, το σωστό σχοινί και τη σωστή αλυσίδα.
Αφού καθορίσουμε αυτές τις παραμέτρους και πριν ρίξουμε την άγκυρα, θα λάβουμε υπόψιν μας την κατεύθυνση του ανέμου και των υδάτων, καθώς δεν είναι τόσο απλή όσο φαίνεται, η επιχείρηση αγκυροβολίας, ιδιαίτερα στα μεγάλα βάθη και σε αυτό ακριβώς το σημείο, θα πρέπει να κάνουμε έναν διαχωρισμό μεταξύ της «αγκυροβολίας» και στο «ρίξιμο άγκυρας», δεδομένου ότι, το μεγαλύτερο μέρος των ψαράδων κάνουν το δεύτερο.
Άγκυρα, η καταλληλότερη άγκυρα για βραχώδης βυθούς είναι αυτή με 3-4 βραχίονες, σε σχήμα αρπάγης, με πτυσσόμενα άγκιστρα εξαιρετικής κατασκευής. Η ειδικά φτιαγμένη, για επικίνδυνα αγκυροβόλια άγκυρα, αποτελείται από ειδικό κράμα μετάλλων, ώστε αν δεχθεί ισχυρή πίεση, οι βραχίονες (αρπάγες) λυγίζουν και η άγκυρα ξεσκαλώνει από το βυθό. Το κράμα αυτό, είναι ειδικό, ώστε, οι βραχίονες (αρπάγες) να λυγίζουν και να επανέρχονται αρκετές φορές, χωρίς να καταστρέφεται η δομή τους.
Σε περίπτωση που δεν έχουμε αυτό τον τύπο άγκυρας και για να αποφύγουμε κάποια περιπέτεια ( σκάλωμα άγκυρας), θα χρησιμοποιήσουμε το απλό και πολυχρησιμοποιούμενο τέχνασμα, το οποίο είναι το εξής: πιάνουμε την άκρη της αλυσίδας, με ένα ναυτικό κλειδί, στο πίσω μέρος της άγκυρας (έναν βραχίονα) και έναν κρίκο της αλυσίδας, με ένα γερό σπάγκο, στο μπροστινό μέρος της άγκυρας. Όταν θέλουμε να ανακτήσουμε την άγκυρα και αυτή έχει σκαλώσει, πάμε με το σκάφος μας κάθετα σε αυτήν και τραβάμε απότομα και με πολύ δύναμη, ώστε να σπάσουμε το σπαγκάκι, που είναι δεμένος ο κρίκος της αλυσίδας.
Όπως καταλαβαίνεται, μετά, έχουμε την δυνατότητα, να τραβήξουμε την άγκυρα από το πίσω της μέρος, ξεμαγκώνοντάς την ακαριαίως. Ένας γενικός θαλασσινός κανόνας, αναφέρει, ότι η άγκυρα πρέπει να έχει βάρος 1 kg για κάθε μέτρο μήκους του σκάφους. Για παράδειγμα, σε ένα σκάφος 5 m η άγκυρα πρέπει να ζυγίζει 5 kg. Αυτός ο κανόνας αφορά βέβαια ιδανικές καιρικά συνθήκες. Επειδή συχνά όμως, αντιμετωπίζουμε απρόβλεπτες καταστάσεις ( αέρα, κυματισμό, ρεύματα), καλύτερα να υπερβάλλουμε τα μεγέθη, παρά να υπολειπόμαστε.
Αλυσίδα, στην άγκυρα θα προσθέσουμε μία αλυσίδα, που σκοπό έχει να βαραίνει το επάνω τμήμα της, για να πιάνει καλύτερα στο βυθό και να την κρατάει πιο σταθερή, αφού μαγκώσει. Συνήθως χρησιμοποιούμε ένα κομμάτι αλυσίδας, με διάμετρο 6-8 mm και μήκος τουλάχιστον όσο το μήκος του σκάφους.
Σχοινί άγκυρας, στην περίπτωση αυτή θα προτιμήσουμε λεπτά σκοινιά, ώστε από τη μία μεν να μην έχουν μεγάλη αντίσταση στο νερό και από την άλλη, να καταλαμβάνουν όσο το δυνατόν λιγότερο χώρο στο σκάφος. Πρέπει να έχουμε τουλάχιστον 300 m σκοινί, για να αντιμετωπίσουμε οποιαδήποτε συνηθισμένη περίπτωση.
Σωστό σημείο αγκυροβόλησης, αυτό είναι και το δυσκολότερο όλων, καθώς δεν είναι εύκολη επιχείρηση, όπως σας έχω προαναφέρει και ιδίως όταν το βάθος είναι πάνω από 30 m. Αφού καθορίσουμε το σημείο του βυθού, στο οποίο θα ψαρέψουμε ρίχνουμε μια σημαδούρα στο σημείο με ένα βαρίδι.
Στην συνέχεια , απομακρυνόμαστε λίγο από αυτήν, με κατεύθυνση κόντρα στον άνεμο και σταματάμε το σκάφος για να δούμε δηλαδή όταν μας παρασύρει ο άνεμος και τα ρέματα, αν θα πέσουμε πάνω στην σημαδούρα (στο σημείο που θέλουμε να ψαρέψουμε) Αν πέσουμε πάνω τότε όλα καλά, ακολουθούμε το ίχνος που έχει αφήσει η πορεία μας στο GPS και ρίχνουμε την άγκυρα στη θάλασσα, μέχρι να φτάσει στο βυθό.
Έπειτα, κρατώντας το σκοινί τεντωμένο, τσεκάρουμε αν η άγκυρα έχει μαγκώσει και αφήνουμε άλλα 8-10 m. Όταν το σκάφος τοποθετηθεί στη σωστή κατεύθυνση για ψάρεμα, θα προχωρήσουμε στις κατάλληλες διορθώσεις, δηλαδή, θα αφήσουμε ή θα μαζέψουμε όσο σκοινί χρειάζεται, μέχρι να φτάσουμε στο επιθυμητό σημείο (την σημαδούρα) και θα το δέσουμε στην πλώρη του σκάφους. Λίγο πριν το δέσουμε στην πλώρη, δένουμε στο σκοινί της άγκυρας ένα ακόμα σχοινί, του οποίου την άκρη δένουμε στην πρύμνη του σκάφους. Σε αυτή την περίπτωση, το σκάφος θα τοποθετηθεί κάθετα στο ρεύμα και θα μπορούμε να ψαρεύουμε άνετα, με το πλευρό στραμμένο προς το σημείο όπου θα ρίξουμε την πετονιά. Αν όμως ,δεν μας παρασύρει προς την σημαδούρα, θα κάνουμε τις ανάλογες διορθώσεις και με την βοήθεια του GPS, θα βρούμε το ακριβές σημείο που πρέπει να αγκυροβολήσουμε.
Ανάκτηση της άγκυρας, όταν το ψάρεμά μας τελειώσει, έρχεται η ώρα που πρέπει να μαζέψουμε την άγκυρα. Αυτό είναι και το δυσκολότερο σημείο, καθώς φανταστείτε, τί σωματική κούραση απαιτεί, για να ανεβάσουμε την άγκυρα, με την αλυσίδα και το σκοινί της, από τόσα μέτρα βάθος. Για να καταφέρουμε, την εύκολη ανάκτηση της άγκυρας, θα χρησιμοποιήσουμε ένα απλοϊκό αλλά αποτελεσματικότατο τέχνασμα: παίρνουμε ένα στρογγυλό μπαλόνι, από αυτά που χρησιμοποιούμε και για αγκυροβόλιο και στον πλαστικό του κρίκο, περνάμε έναν ανοξείδωτο ειδικό κρίκο, που βρίσκουμε στα είδη ναυτιλίας και αλιείας.
Πετάμε το μπαλόνι στη θάλασσα, αφού πρώτα έχουμε περάσει το σκοινί του αγκυροβολίου μέσα από τον
ανοξείδωτο κρίκο, δένοντάς το μετέπειτα σε ένα σταθερό σημείο του σκάφους και βάζοντας μπροστά τη μηχανή, απομακρυνόμαστε από το μπαλόνι. Το μπαλόνι, τότε, δεν ακολουθεί το σκάφος, αλλά πιέζεται προς το βυθό και εμείς, όσο απομακρυνόμαστε, ανακτούμε την άγκυρα, χωρίς κανένα κόπο.
Όταν απομακρυνθούμε αρκετά, θα περάσει η αλυσίδα και η άγκυρα από τον ειδικό ανοξείδωτο κρίκο, όπου θα κρεμαστεί από τους βραχίονές της. Σταματάμε το σκάφος και γυρίζουμε προς το μέρος του μπαλονιού μαζεύοντας το σκοινί του αγκυροβολίου και όταν φτάσουμε στο μπαλόνι, το μαζεύουμε μαζί με την άγκυρα που έχει σκαλώσει.
Μπορούμε να κάνουμε ακόμη πιο εύκολη και ξεκούραστη, την όλη αυτή διαδικασία, αν προμηθευτούμε ένα σκοινί, επιπλέον και όχι βυθιζόμενο.
Δεύτερη άγκυρα, κατά τη διάρκεια ενός ψαρέματος, μιας ψαρευτικής μέρας, ενδέχεται και πολλές φορές συμβαίνει, να αλλάξει η φορά του ανέμου ή του ρεύματος ή και των δύο μαζί. Η περίπτωση αυτή αντιμετωπίζεται, και έτσι είναι και το πιο ακριβές και σωστό αγκυροβόλιο, ρίχνοντας δεύτερη άγκυρα. Η διαδικασία της δεύτερης άγκυρας, έχει ως εξής: ρίχνουμε, πρώτα, την άγκυρα της πλώρης και όταν μαγκώσει, αφήνουμε ακόμη 40 m περίπου σκοινί. Σε αυτό το σημείο ρίχνουμε και την πρυμνιά άγκυρα και τραβώντας το πλωριό σκοινί, θα κάνουμε να μαγκώσει και η άγκυρα της πρύμνης. Έτσι, θα είμαστε απόλυτα σταθεροί, ακόμη και αν αλλάξει η φορά του ανέμου ή των ρευμάτων.
ΜΑΛΑΓΡΩΜΑ:
Τις περισσότερες φορές τα σκαθάρια δεν μετακινούνται ούτε δέκα (10) μέτρα από το σημείο που αναζητούν τροφή. Μπορούμε όμως να τα προσελκύσουμε ακόμα περισσότερο και να τα κρατήσουμε σταθερά κοντά στις αρματωσιές μας με την μαλάγρακαθώς φαίνονται πολύ δεκτικά σε αυτή την πρόκληση. Πρέπει όμως να είμαστε πολύ προσεκτικοί, με τα ρεύματα ιδιαίτερα, καθώς μπορεί να φέρουμε το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που αναμένουμε, δηλαδή να μετακινηθεί η μαλάγρα μας παρασύροντας μαζί της και το κοπάδι από τα σκαθάρια.
Η μαλάγρα είναι πάρα πολύ βασικό στοιχείο του συγκεκριμένου ψαρέματος και εξαιρετικοί για το σκοπό αυτό είναι κυρίως οι μαλαγρωτές με λάμες οι οποίοι προτιμούμε για το συγκεκριμένο ψάρεμα από αυτούς με το διπλό καπάκι που όμως μπορούμε να τους χρησιμοποιήσουμε και παράλληλα. Αφού τους γεμίσουμε λοιπόν με σαρδέλα θα τους ρίξουμε στο νερό και θα τους κρατήσουμε στα τρία (3 )ως τέσσερα (4) μέτρα πάνω από το βυθό. Το σκαμπανέβασμα του σκάφους θα αναλάβει το υπόλοιπο προκαλώντας το κομμάτιασμα της σαρδέλας και την έξοδό της στο νερό. Σε γενικές γραμμές πρέπει να γεμίζουμε τους μαλαγρωτές κάθε δυο (2) ώρες περίπου, αν και οι συνθήκες της θάλασσας και τα ρεύματα κάνουν εξαιρετικά μεταβλητή αυτή την χρονική παράμετρο.
ΜΑΛΑΓΡΩΤΕΣ:
Μαλαγρωτής με λεπίδες, πρόκειται για ένα καλαθάκι από ανοξείδωτο ατσάλι, που στο εσωτερικό του είναι ελεύθερο να τρέχει ένα έμβολο, που φέρει μία σειρά από λάμες. Η λειτουργία του μαλαγρωτή αυτού, έχει ως εξής: τον γεμίζουμε, λοιπόν, με ολόκληρες σαρδέλες και κομμάτια με ξερό ψωμί και τον στέλνουμε κοντά στο βυθό με ένα σκοινί, όπου η κίνηση των ρευμάτων και του σκάφους, θα κάνει το έμβολο να κινείται πάνω κάτω και χάρη στις λάμες, θα λιώσει τις σαρδέλες που βρίσκονται στο εσωτερικό του. Είναι εξαιρετικά αποτελεσματικός, σε βάθη γύρω στα 50 m και άνω, διότι στα ρηχά νερά, λόγω του θορύβου που προκαλεί, μπορεί να τρομάξει, τα πονηρά ψάρια, όπως οι τσιπούρες και οι σαργοί.
Μαλαγρωτής με διπλό καπάκι, ο μαλαγρωτής αυτός είναι ένα κυλινδρικό δοχείο από ανοξείδωτο ατσάλι με διπλό καπάκι που μας επιτρέπει, να μαλαγρώνουμε ακριβώς κάτω από το σκάφος, επιλέγοντας οι ίδιοι το μέγεθος των κομματιών της σαρδέλας. Η λειτουργία του μαλαγρωτή αυτού, έχει ως εξής: τοποθετούμε στο εσωτερικό του, από πολύ μικρά κομμάτια, μέχρι και ολόκληρες σαρδέλες, τον στέλνουμε στο βυθό με ένα λεπτό σκοινί και έπειτα, με ένα απότομο τράβηγμα του σχοινιού που συνδέεται με τον γάντζο του μαλαγρωτή, ανοίγουμε το καπάκι, οπότε και διασκορπίζονται οι σαρδέλες, στον τόπο ψαρέματος.
Ο τρόπος που λειτουργεί, μας αναγκάζει να τον ανεβάζουμε στο σκάφος συχνά, για να τον γεμίζουμε. Σε αντίθεση με το μαλαγρωτή με λάμες, ο μαλαγρωτής με καπάκι δεν προκαλεί θόρυβο, άρα μπορούμε να τον χρησιμοποιήσουμε και σε ρηχά νερά (κάτω από 50 m). Αυτές οι συσκευές μαλαγρώματος, είναι πραγματικά πολύ χρήσιμες, όσο αυξάνεται το βάθος.
Αφού είναι πολύ περίπλοκο, αν όχι, αδύνατο, να πείσουμε τα θηράματα του βυθού να ξεκολλήσουν από αυτόν, για να τραφούν με τη μαλάγρα, λόγω του θερμοκλινούς – ενός φυσικού ορίου για όλα τα ψάρια του βυθού. Ένας άλλος τρόπος μαλαγρώματος είναι να κόψουμε σε πολύ μικρά κομμάτια σαρδέλες τις οποίες θα τις βάλουμε σε ένα τσουβάλι αφού του προσθέσουμε κάποιο βάρος και θα το ρίξουμε στο βάθος που θέλουμε. Ως γενικό κανόνα πρέπει να θυμόμαστε ότι όσο πιο δυνατό είναι το ρεύμα, τόσο πιο βαθιά θα κατεβάσουμε τον σάκο, ώστε το ίχνος της μαλάγρας να μην απομακρύνεται υπερβολικά από το σκάφος.
Τέλος, αν δεν υπάρχει καθόλου ρεύμα, μπορούμε να μαλαγρώσουμε κόβοντας κομμάτια σαρδέλας που θα τα ρίχνουμε στο νερό ώστε να κατεβαίνουν αργά προς τον βυθό. Τα σκαθάρια επίσης έχουνε την τάση να ανεβαίνουν ακόμα και πολλά μέτρα από το βυθό για να τραφούν. Άρα λοιπόν μπορούμε και να δοκιμάσουμε το τσουβάλι με τη μαλάγρα να το έχουμε λίγα μέτρα κάτω από το σκάφος ώστε να σηκώσουμε τα ψάρια πιο ψηλά, που κάτι τέτοιο μας επιτρέπει γρηγορότερο ψάρεμα, λιγότερα μολύβια, ή ακόμα να χρησιμοποιήσουμε κινητούς φελλούς.
To μαλάγρωνα κυρίως λόγο τεμπελιάς και ιδιαίτερα στην χώρα μας είναι εντελώς παραμελημένο για να μην πω <<άγνωστο>>! Σαφώς όμως, αποτελεί μια από τις περισσότερο αποφασιστικές ενέργειες που πρέπει να πραγματοποιήσετε στο ψάρεμα της καθετής, αν θέλετε βέβαια να έχετε τα επιθυμητά αποτελέσματα. Όταν το μαλάγρωμα, γίνετε κατευθείαν στον βυθό, με τους μαλαγρωτές που σας ανέφερα, η με σακιά λιωμένης σαρδέλας, ερεθίζει τα ψάρια της περιοχής και τα προσελκύει ακόμα και όταν βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση μακριά από το σκάφος μας!!!Η ψαριά μας λοιπόν θα αυξηθεί θεαματικά, όχι μόνο σε αριθμό ψαριών αλλά και σε μέγεθος!!! Το ηθικό δίδαγμα είναι, ποτέ να μην πηγαίνετε για καθετή χωρίς μαλάγρα και ιδιαίτερα μάλιστα, όταν υπάρχουν κοντά άλλα σκάφοι που ψαρεύουν και αυτά, καθώς αν αυτά ρίξουν μαλάγρα, θα μαζέψουν όλα τα ψάρια της περιοχής κάτω από τα δικά τους σκάφη.!!!
Σε αυτό το σημείο και όσοι δεν θέλετε να διαθέσετε η δεν έχετε τα χρήματα να πάρετε έναν μαλαγρωτή υπάρχουν και οι σακούλες από βιοδιασπώμενο πλαστικό!!!
Αφού τις γεμίσουμε με μαλάγρα και τις βαρύνουμε με κάποια πέτρα τις στέλνουμε στο βυθό και αφού οι σακούλες λιώσουν σε ελάχιστο χρόνο αφήνουν ελεύθερη την μαλάγρα!! Υπάρχουν, έτοιμες μαλάγρες στο εμπόριο, πολύ αποτελεσματικές, οι οποίες κατασκευάζονται μετά από υποδείξεις πρωταθλητών στο είδος και που μπορείτε να χρησιμοποιήσετε πολύ εύκολα. Τα προϊόντα αυτά πωλούνται, σε σακούλες των 3-5-10 kg και άνω. Δεν υπάρχει πρόβλημα στο να τα ετοιμάσουμε, έχουν πολύ καλή απόδοση, χαμηλό κόστος και τέλος, βρίσκονται σε σφραγισμένους απόλυτα κάδους, άρα σε περίπτωση που περισσέψει μαλάγρα μπορεί άνετα να ξαναχρησιμοποιηθεί. Ο σάκος αυτός με τη μαλάγρα, δένεται συνήθως στην πλώρη, σε βάθος, ανάλογο με το είδος των ψαριών που θέλουμε να ψαρέψουμε.
Συγκεκριμένα, τον τοποθετούμε:
α) στην επιφάνεια της θάλασσας, όταν θέλουμε να προσελκύσουμε σκουμπριά, γόπες, κοκάλια, κεφαλόποδα κλπ.
β) στα μεσόνερα, για να προσελκύσουμε σκαθάρια και κυρίως μελανούρια, γ) στο βυθό, για τα άλλα είδη ψαριών, που κυρίως είναι τα μεγάλα και αξιόλογα ψάρια, που μας ενδιαφέρουν.
Στην προκειμένη αυτή περίπτωση, που χρησιμοποιούμε, δηλαδή, μαλάγρα σε πλαστικό δίχτυ, πρέπει να πάρουμε ορισμένα μέτρα:
α) θα βάλουμε στο σκοινί που δένει το σάκο, μολύβια, με βάρος, από 0,5-4 kg, ανάλογα με το βάθος που ψαρεύουμε και τη δύναμη των ρευμάτων.
β) επειδή είναι πολύ πιθανόν να δεχθεί επιθέσεις αρπακτικών (σμέρνας, μουγκριών), που θα σκίσουν το πλαστικό δίχτυ, το μόνο αξιόλογο σύστημα, που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε, είναι να κλείσουμε το σάκο, σε ειδικούς μαλαγρωτές, από πλέγμα ανοξείδωτου χάλυβα, που βρίσκονται εύκολα στο εμπόριο.
Ωστόσο, για οικονομικούς κυρίως λόγους αλλά και για την χαρά της δικής σας δημιουργίας, σας προτείνω να κατασκευάσετε τη δική σας μαλάγρα. Η βάση της μαλάγρας μας, πρέπει οπωσδήποτε, να είναι η σαρδέλα, στην οποία μπορούμε να προσθέσουμε ψωμί, λάδι σαρδέλας, αλεύρι, αλεσμένους αχινούς, εντόσθια άλλων ψαριών, άμμο και πίτουρα. Η πιο απλοϊκή μορφή της, που όμως παραμένει αποτελεσματικότατη, είναι η σαρδέλα, το χοντρό αλάτι και το πίτουρο. Τα επιπλέον συστατικά (εντόσθια ψαριών , σπασμένοι αχινιοί κλπ) που μπορεί να προστεθούν σε αυτά τα κύρια, βελτιώνουν τη μαλάγρα μας, αλλά δεν είναι καθοριστικής σημασίας.
Πολλοί έχουν τις δίκες τους συνταγές με τα δικά τους μυστικά συστατικά που η εμπειρία και οι συνεχείς δοκιμές τους έχουν δείξει την αποτελεσματικότητα τους. Όπως καταλαβαίνετε λοιπόν, για να ετοιμάσουμε αυτό το μίγμα μαλάγρας, αυτό που πρέπει καταρχήν να κάνουμε, είναι να ψιλοκόψουμε ή να λιώσουμε τη σαρδέλα. Αυτό μπορεί να γίνει με πολλούς τρόπους αλλά, ο πιο αποτελεσματικός είναι με τη χρήση ενός ειδικού εργαλείου με λάμες, το οποίο τοποθετούμε σε ένα κοινό δρέπανο και έτσι, μπορούμε μέσα σε έναν πλαστικό κουβά, να αλέσουμε αποτελεσματικά τη σαρδέλα. Αν θέλουμε το μίγμα μας ακόμη πιο πολτοποιημένο, περνάμε τις σαρδέλες από μια μηχανή του κιμά. Για τα βασικά συστατικά της μαλάγρας χρησιμοποιούμε: 8-10 kg σαρδέλας και προσθέτουμε χοντρό αλάτι σε αναλογία 1:1 (1kg αλάτι για κάθε κιλό μίγματος), πίτουρο (το οποίο βρίσκουμε στο super market). Κλείνοντας με το θέμα μαλαγρωτές και μαλάγρα, θέλω να τονίσω, ότι για να δουλεύει σωστά το μαλάγρωμα, δεν πρέπει να γίνεται μόνο στο βυθό ( για τα ψάρια βυθού), αλλά από τα μεσόνερα μέχρι το βυθό. Οπότε, λοιπόν, όπως καταλαβαίνεται, χρειαζόμαστε δύο μαλαγρωτές, έναν για το βυθό και έναν με πλαστικό δίχτυ (λιωμένη μαλάγρα) για τα μεσόνερα.
Αν κατά τη διάρκεια ενός ψαρέματος διαπιστώσετε ότι σταμάτησαν τα τσιμπήματα, πρέπει να ξέρετε ότι δεν είναι υποχρεωτικό ότι το κοπάδι έχει μετακινηθεί σε άλλη περιοχή μακριά από το αγκυροβόλιο μας και τη μαλάγρα μας, αλλά μπορεί να παραμένει κάτω από το σκάφος έχοντας αλλάξει ύψος και ίσως έχοντας γίνει πιο αδιάφορο και ύποπτο. Παράδειγμα, αν το κοπάδι πριν ήταν κοντά στο βυθό, τώρα μπορεί να πήγε τρία (3) ή τέσσερα (4) μέτρα ή ακόμα και είκοσι (20) πάνω από το βυθό. Πριν βιαστούμε λοιπόν να μετακομίσουμε ψάχνοντας ξανά το κοπάδι, καλό θα είναι πρώτα να κάνουμε πολλές δοκιμές σε όλο το φάσμα του νερού από το σκάφος μέχρι το βυθό.
ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ:
ΚΑΛΑΜΙ:
Το ιδανικό καλάμι για το ψάρεμα του σκαθαριού και εν γένει της καθετής καλό είναι να κυμαίνεται μεταξύ 3-5 μέτρων, και το μήκος του θα εξαρτηθεί από το μέγεθος του σκάφους και το μήκος των αρματωσιών που είμαστε διατεθειμένοι να χρησιμοποιήσουμε. Ένα στάνταρ μέγεθος θα μπορούσε να είναι τα 3,5 μέτρα. Επίσης θα προτιμήσουμε τα καλάμια από άνθρακα και κυρίως αυτά με διαφορετικές, πολύ ευαίσθητες και πολύχρωμες κορυφές, κατά προτίμηση από υαλονήματα, η από συμπαγές faberglass με δυνατά και νευρικά σώματα, έτσι ώστε να αντιμετωπίζουν χωρίς πρόβλημα το κάθετο μάζεμα ακόμα και πολλαπλών θηραμάτων. Η δράση των καλαμιών θα κυμαίνεται από 120-150 γραμμάρια περίπου.
Μπορούμε βέβαια να χρησιμοποιήσουμε και τα καλάμια για light drifting που μερικά ενδεικτικά παρουσιάζουμεαναλυτικά σε παρακάτω παράγραφο, ώστε να μην χρειαστεί να έχετε ξεχωριστά καλάμια για κάθε τεχνική.
ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ:
Ο μηχανισμος, κατά προτίμηση, πρέπει να είναι σταθερού τυμπάνου με δυνατά και αξιόπιστα φρένα και με την κλασσική σχέση περιστροφής, τουλάχιστον 3,8-4,1. Χρειαζόμαστε δηλαδή ένα εργαλείο ποιότητας με άριστα ρουλεμάν, μηχανικά όργανα ασφαλείας και έναν συμπλέκτη για γρήγορο τύλιγμα. Όλα αυτά λοιπόν θα μας εξασφαλίσουν ακόμα και τα πιο δύσκολα ψάρια. Επίσης, καλό είναι να διαθέτει σύστημα αντεπιστροφής (για να αντιμετωπίσουμε ένα μεγάλο και μη αναμενόμενο θήραμα). Εκτός των παραπάνω χαρακτηριστικών, ο μηχανισμος πρέπει να είναι με τις κατάλληλες διαστάσεις, αρκετά δυνατός, όχι όμως πολύ μεγάλος, για να μην χαλάει την ισορροπία του καλαμιού και να μην μας κουράζει υπερβολικά. Επιπροσθέτως, θα πρέπει να διαθέτει μακριά μανιβέλα, για πιο εύκολη και ξεκούραστη ανάκτηση.
Σας προτείνω λοιπόν, να εμπιστευτείτε με λίγα λόγια, ένα μηχανισμό 5.000-10.000 σταθερού τυμπάνου, αναγνωρισμένης και αξιόπιστης εταιρείας.
Ενδεικτικά, σας αναφέρω, τα εξαιρετικά Shimano, της σειράς Technium ή Power Aero, τα οποία έχουν ενσωματώσει, το πολύ χρήσιμο για την τεχνική, σύστημα αντεπιστροφής, όπως επίσης και το κορυφαίο για μένα και αρκετά οικονομικό για την ποιότητα του Penn battle II. Τον μηχανισμό θα τον γεμίσουμε είτε με πετονιά 0.25-0.30 είτε με νήμα αντοχής από 12-20 λίμπρες που αντιστοιχεί περίπου σε διάμετρο 0.16-0.21mm. Αν γεμίσουμε τον μηχανισμό μας με πετονιά, πρέπει να κοιτάξουμε να είναι no memory – χαμηλής μνήμης ώστε να μην έχουμε ανεπιθύμητα στριψίματα.
Εγώ προσωπικά προτείνω να τον γεμίσουμε με νήμα, καθώς είναι απαραίτητο σε μια τεχνική όπως η καθετή, στην οποία είναι πολύ σημαντικός ο περιορισμός της υδροδυναμικής αντίστασης. Με αυτό τον τρόπο(νήμα), μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε λιγότερα μολύβια, ακόμα και όταν ψαρεύουμε αγκυροβολημένοι. Ο γνωστός πρωταθλητής ψαρέματος Domenico Salvatori χρησιμοποιεί πάντα νήμα σε όλους τους αγώνες καθετής που συμμετέχει.
Ένα άλλο πολύ σημαντικό πλεονέκτημα του νήματος έναντι της πετονιάς, είναι η απόλυτη απουσία μνήμης. Δηλαδή το νήμα δεν παρουσιάζει ούτε ελαστικότητα, ούτε μηχανική μνήμη και έτσι μόλις το ψάρι ακουμπήσει το δόλωμα, το νήμα μεταδίδει αμέσως το άγγιγμα στο καλάμι, ακόμα και από βάθος πάνω από 300 η και 500 ακόμα μέτρα.
Μιας και αναφέρθηκα στο νήμα, θα σας αναφέρω και τα μειονεκτήματα του, καθώς πάντα κάθε νόμισμα έχει δυο όψεις. Συγκεκριμένα, το γεγονός ότι δεν έχει καθόλου ελαστικότητα, μπορεί να προκαλέσει σε ένα απότομο φευγιό του ψαριού το σπάσιμο του παράμαλλου. Σκεφτείτε πόσο μαλακώνει τα φευγιά και τις κεφαλιές ένα κοινό νάιλον με την ελαστικότητα του. Χρησιμοποιώντας το νήμα δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο και χρειάζεται προσοχή και αρκετή εμπειρία, έτσι ώστε το ψάρι να μην σπάσει αμέσως την πετονιά μας.
Για να αντιμετωπίσουμε αυτό το φαινόμενο , στο τέλος της μάνας θα προσθέσουμε ένα κομμάτι πετονιάς άριστης ποιότητας με μήκος 8-15 m, ως αμορτισέρ στην όλη κατασκευή (shock leader).
Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε για να γεμίσετε τον μηχανισμό σας είτε τετράκλωνο είτε οχτάκλωνο νήμα, ανάλογα με την οικονομική σας δυνατότητα. Πρέπει όμως να γνωρίζετε, ότι αυτό που ισχύει για το νήμα, ισχύει βέβαια και για όλο τον εξοπλισμό, δηλαδή, όσο πιο ποιοτικά – που δυστυχώς συνεπάγεται και ακριβά εργαλεία – τόσο εξασφαλίζεστε απέναντι σε κάθε ψαρευτική πρόκληση και τόσο ευκολότερα και τελειότερα, θα εξασκείτε την τεχνική. Επειδή η χωρητικότητα της μπομπίνας είναι πολύ μεγάλη, είναι ανώφελο να τυλίξουμε ένα (1) km πανάκριβο νήμα για να ψαρεύουμε σε 50 m βάθος, για το λόγο αυτό λοιπον, πρώτα και πριν τυλίξουμε το νήμα, θα βάλουμε στην μπομπίνα μια βάση από φτηνή νάιλον πετονιά.
Όπως είπαμε στο τέλος του νήματος θα δέσουμε ένα κομμάτι shock leader από 0.30-0.40 από άριστης ποιότητας πετονιά και με μήκος από 8-15 μέτρα, ώστε από τη μια να μην είναι ευδιάκριτη η αρματωσιά μας και από την άλλη για να αποσβαίνει τις «κεφαλιές» των αξιόλογων θηραμάτων, καθώς λόγω του ότι το νήμα είναι τελείως ανελαστικό υπάρχει περίπτωση σε ένα απότομο τράβηγμα να σπάσει. Εγώ προσωπικά για μικρά βάθη βάζω ένα shock leader 8 μέτρων περίπου και για πολύ μεγάλα βάθη από 15 μέτρα. Πρέπει να προσέξουμε πολύ την ποιότητα του shock leader καθώς αυτό δέχεται όλες τις πιέσεις μετά τα παράμαλλα και αυτό είναι που θα μας επιτρέψει να φέρνουμε την αρματωσιά μας ολόκληρη στοσκάφος χωρίς σημαντικές απώλειες.
Όπως προανέφερα πρώτα θα τυλίξουμε μια φτηνή πετονιά μετά το νήμα μας και μετά το shock leader. Με λίγα λόγια θα ακολουθούμε την εξής σειρά: πετονιά, νήμα και ένα κομμάτι shock leader. Άρα λοιπον, θα χρειαστούμε να κάνουμε δυο (2) κόμπους, από πετονιά σε νήμα και από νήμα σε πετονιά. Η δυο (2) αυτοί κόμποι έχουν αντίστροφη βάση, πρόκειται για δυο (2)πανομοιότυπες ουσιαστικά λειτουργιές, με μια πολύ όμως σημαντική διαφορά, ενώ ο πρώτος κόμπος, δηλαδή αυτός ανάμεσα στην βάση από νάιλον και στο νήμα δεν είναι τόσο σημαντικός καθώς δεν πρόκειται να βγει από τον μηχανισμό, ο δεύτερος ανάμεσα στο νήμα και στο shock leader είναι ζωτικής σημασίας, καθώς θα δέχεται συνεχώς πιέσεις και είναι ένα από τα πιο κρίσιμα σημεία της αρματωσιάς μας.
Για την σύνδεση λοιπον αυτή, θα χρησιμοποιήσουμε, τον κόμπο διπλό Uni, απλώς θα προσθέσουμε πολύ περισσότερα περάσματα -σπείρες (από τα 3-4 που απαιτούνται) και θα τα κάνουμε 8-10, μόνο όμως από την πλευρά του νήματος και όχι από την πλευρά της πετονιάς. Επίσης στο τέλος, καλό θα ήταν να ενισχύσουμε τον κόμπο, είτε με μια σταγόνα κυανοκραλικής κόλλας, είτε χρησιμοποιώντας το γνωστό μανό για νύχια.
Τελευταία, έχουν βγάλει πολλές εταιρίες, συστήματα για την τέλεια κατασκευή και συναρμολόγηση του shock leader, ώστε να μην υπάρχει καμία περίπτωση συρσίματος και ώστε ο κόμπος να διατηρεί το 100% της αντοχής του!!! Κατά την άποψη μου για την καλύτερη δυνατή ενίσχυση της ένωσης (100%) και ώστε να μην υπάρχει και η παραμικρή αντίσταση στους οδηγούς του καλαμιού καλό είναι να προμηθευτούμε κάποιο τέτοιο αξεσουάρ..
Ο καλός εξοπλισμός είναι συνώνυμο της επιτυχίας και δεν πρέπει να τσιγκουνευτούμε σε αυτόν τον τομέα.
ΠΑΡΑΜΑΛΛΑ-ΑΡΜΑΤΩΣΙΕΣ:
Τα παράμαλλα που είναι και η πραγματική δυσκολία αυτής της τεχνικής πρέπει να είναι πάρα πολύ μακριά, ίσως πέρα και από την κοινή λογική πρέπει λοιπόν να , κατασκευάζονται με πολύ αυστηρά κριτήρια και χρειάζονται σωστό τρόπο διαχείρισης. Αυτό το είδος αρματωσιάς, έφερε πραγματικά μια επανάσταση στην καθετή και μας έδωσε την δυνατότητα, να στοχεύσουμε σε θηράματα, που δεν μπορούσαμε καν να φανταστούμε ότι μπορούσαν να βγουν με την απλή αυτή τεχνική. Πρέπει λοιπόν, να χρησιμοποιήσουμε αόρατες πετονιές άριστης ποιότητας και μια σειρά εξαρτήματα, όπως πχ οι πολύχρωμες και φωσφορούχες χάντρες ,πολύχρωμες μπίλιες ,μικρά φτερά σε πολλά χρώματα ,χρωματιστά σωληνάκια σιλικόνης, τεχνοσφαίρες που θα μαςαποτρέψουν το μπέρδεμα κλπ.
Η ανακάλυψη της τεχνόσφαιρας, είναι από μόνη της μια μεγάλη καινοτομία για το ψάρεμα, είτε αφορά ψάρεμα από την στεριά, είτε αφορά ψάρεμα από σκάφος. Αυτές οι διάφανες χάντρες είναι φανταστικές, καθώς ούτε βαραίνουν την αρματωσιά μας, ούτε ευδιάκριτες είναι και κυρίως λειτουργούν πολύ αποτελεσματικά, στην αποτροπή μπερδέματος μεταξύ παράμαλλου και μάνας ,καθώς το παράμαλλο περιστρέφετε ελεύθερα γύρω από την αρματωσιά.
Συνήθως η σταθεροποίηση της τεχνόσφαιρας και χάντρας στην μάνα γίνετε με ένα απλό κόμπο από πάνω και ένα κόμπο από κάτω. Βέβαια, γνωρίζεται ότι όταν γίνει κόμπος, με ότι τρόπο και να γίνει, αδυνατίζει αισθητά την αντοχή της αρματωσιάς, και σε ένα απότομα τράβηγμα από ένα μεγάλο ψάρι, κινδυνεύει να σπάσει στα σημεία αυτά. Αυτό το μειονέκτημα του κόμπου είχε γίνει πολύ πιο κατανοητό εδώ και χρόνια στο BIG GAME, όπου οι πιέσεις και οι απατήσεις ήταν πάντα τεράστιες! Από χρόνια λοιπόν στο <<μεγάλο παιχνίδι>> οι κόμποι είχαν σχεδόν καταργηθεί.
Τα τελευταία χρόνια όμως, η επάλειψη των κόμπων επεκτάθηκε και σε άλλες τεχνικές ψαρέματος και αυτό ξεκίνησε βέβαια από την αγωνιστική αλιεία καθετής – πολλοί ψαράδες δεν κάνουν καθόλου κόμπο πια στην αρματωσιά! Αυτό γίνεται εφικτό στερεώνοντας τις μικρές χάντρες πάνω στην μάνα με την χρήση ειδικής κυανοκραλικής κόλλας.
Επίσης μαζί με το σωληνάριο κόλλας, σας προτείνω να προμηθευτείτε και το ειδικό εξάρτημα της stonfo, για την τοποθέτηση και συγκράτηση του παράμαλλου κατά την κόλληση ,όπως επίσης και την αγορά του ειδικού σπρέι (ενεργοποιητή – καταλύτη), όπου θα στεγνώσει σε δευτερόλεπτα την κόλλα και δεν θα καθυστερήσουμε στην εφαρμογή και δημιουργία της αρματωσιάς.
Επίσης εκτός από τις απλές τεχνόσφαιρες μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τις χάνδρες – τεχνόσφαιρες ταχείας απελευθέρωσης ώστε να έχετε την δυνατότητα άμεσα και χωρις χρονοτριβές ανάλογα με τις καταστάσεις να αλλάζετε τα παράμαλλα η ακόμα και το Είναι εκπληκτικά αξεσουάρ όχι όμως τόσο διακριτικά όσο η απλή τεχνόσφαιρα.
Επίσης τα παράμαλλα πρέπει να προσαρμόζονται ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες και ιδιαίτερα ανάλογα με τα ρεύματα και το βάθος. Π.χ. στην Καλαβρία που είναι ένας πολύ καλός ψαρότοπος, οι Ιταλοί ψαράδες καθετής δεν χρησιμοποιούν ποτέ παράμαλλο κάτω από 0.35, καθώς δεν είναι καθόλου σοφό να ψαρεύουμε στα 50 μέτρα με 0.25 καθώς και το 0.35 δεν περιορίζει καθόλου τις συλλήψεις, αντιθέτως μάλιστα μπορεί να δώσει και την απαραίτητη σκληρότητα για να δουλέψει καλύτερα η πετονιά.
Για τους ανωτέρω λόγους ως προς το μήκος των παράμαλλων θα σας τα δώσω με ένα μεγάλο εύρος που το τι θα χρησιμοποιήσετε θα εξαρτάται από τα ρεύματα που υπάρχουν στον ψαρότοπο για να αποφύγουμε ανεπιθύμητα μπερδέματα και μπλεξίματα των παράμαλλων.
Κάτι τέτοιο θα μας στοιχήσει όχι μόνο απώλεια χρόνου, αλλά και απώλεια ψαριών. Π.χ. σε μια περιοχή με πολύ έντονα ρεύματα, μπορούμε να μειώσουμε το μήκος των παράμαλλων ακόμα και στα 30- 40 εκατοστά. Όμως το μήκος αυτό αντιπροσωπεύει το ελάχιστο όριο κάτω από το οποίο η αρματωσιά χάνει την αποτελεσματικότητα της. Άρα λοιπόν πρέπον θα ήταν να έχουμε τους γνωστούς στρογγυλούς αφρώδεις φελλούς για την τοποθέτηση των παράμαλλων και μια σειρά με διαφορετικές αρματωσιές και ως προς το μήκος των παράμαλλων και ως προς το πάχος της πετονιάς και ως προς τον αριθμό τους.
Δώστε ιδιαίτερη σημασία στο γεγονός του στρογγυλού φελλού, καθώς ο τετράγωνος-παραλληλόγραμμος δημιουργεί τσακίσεις που κάτι τέτοιο πρέπει να αποφεύγουμε. Σας προτείνω διάφορους τρόπους αρματωσιάς ανάλογα με την περίπτωση και την καχυποψία των ψαριών.
Πάμε λοιπόν σε μερικές ενδεικτικές αρματωσιές που μπορείτε να τροποποιήσετε όμως εσείς, ανάλογα με τις καταστάσεις. Να έχετε βέβαια υπ’ όψιν σας ότι όσο πιο μακριές αρματωσιές διαθέτετε, τόσο θα χρειαστείτε και μεγαλύτερο καλάμι σε μήκος που σε αγώνες αλιείας τα καλάμια της καθετής φτάνουν ακόμα και τα 5 μέτρα. Εδώ αντιμετωπίζουμε και το παράλογο που έχω αναφέρει ξανά ότι πηγαίνοντας σε ένα μαγαζί αλιείας και ζητώντας ένα καλάμι καθετής μας δίνουν ότι πιο κοντό υπάρχει. Είναι εντελώς πέρα από κάθε λογική!!!
Πάμε στις αρματωσιές:
- Η κλασσική και παραδοσιακή αρματωσιά με τρία (3) παράμαλλα από 0.25-0.35, και μήκους από 40-140 εκατοστά το καθένα, από άριστης ποιότητας fluorocarbon τα οποία θα συνδεθούν με τις γνωστές τεχνοσφαίρες (διάτρητες χάντρες). Στην περίπτωση αυτή, επειδή τα παράμαλλα είναι πολύ λεπτά, σας συνιστώ να τα ενισχύσετε με ένα κομμάτι fluorocarbon 0.30-0.40 4cm κοντά στο αγκίστρι ώστε να το προστατέψει από τα δόντια του σκαθαριού. Σε διαφορετική περίπτωση αν δεν θέλετε να χρησιμοποιήσετε αυτή την τεχνική, σας συνιστώ να ανέβει το κάθε παράμαλλο σε διάμετρο 0.30-0.35. Αυτό ισχύει και για όποια άλλη αρματωσιά με λεπτά παράμαλλα. Επίσης αν τα νερά είναι πολύ βαθιά και υπαρχουν ρεύματα που μπερδεύουν τα παράμαλλα σας τότε προτείνω αντί για τρία να τοποθετήσετε δυο (2) παράμαλλα.
- Με ένα μόνο παράμαλλο ελεύθερο να γυρίζει, με διάμετρο 0.25-0.35 που το δένουμε με παραμάνα στο στριφτάρι του μολυβιού. Επίσης βάζουμε κι ένα κομμάτι σωληνάκι τεσσάρων (4) περίπου εκατοστών κοντά στη σύνδεση με τη μάνα ώστε να μας κρατάει σε κάποια απόσταση το παράμαλλο και να μην μπερδεύεται. Σε αυτή την περίπτωση το παράμαλλο είναι ελεύθερο κομμάτι με μήκος γύρω στο 1,80 στο τέλος του οποίου δένουμε τρία (3) αγκίστρια στη σειρά, πάντα νούμερο 2-5.
- Η αρματωσιά αυτή χρησιμοποιείται για το ψάρεμα στα μεσόνερα με πιο ελαφριά μολύβια. Εδώ έχουμε ένα παράμαλλο με μήκος γύρω στα 50 εκατοστά, ένα στριφτάρι, ένα μολύβι και σε απόσταση περίπου ένα μέτρο από αυτό ένα δεύτερο παράμαλλο με μήκος 50-70 εκατοστά. Οι συνδέσεις των παράμαλλων στην μάνα είτε γίνονται με τεχνοσφαίρες είτε με το σύστημα κόμπος-χάντρα-στριφτάρι-χάντρα-κόμπος, ή να φτιάξουμε το παράμαλλο με fast connector των 20-30 λιμπρών, που θα σταθεροποιήσουμε με τα ειδικά στοπ.
- Μια άλλη ιδιαίτερη αρματωσιά όταν ψαρεύουμε με τρία παράμαλλα κυρίως, και για να δουλέψουν αυτά τέλεια στο βυθό μπορεί να αποδειχτεί αποτελεσματικό να χρησιμοποιήσουμε μια πετονιά με δύο μολύβια. Αυτό σημαίνει ότι θα βάλουμε ένα δεύτερο μολύβι πάνω από το παράμαλλο, προσέχοντας όμως πολύ για να αποφύγουμε τα ενοχλητικά μπερδέματα. Γι αυτόν τον λόγο είναι απαραίτητο το δεύτερο μολύβι να ζυγίζει το μισό από το πρώτο. Εξαιρετικό είναι το μολύβι σπιράλ που μας επιτρέπει να ρυθμίσουμε εύκολα το βάρος που θα βάλουμε στην πετονιά και είναι αρκετά ευέλικτο. Στην περίπτωση αυτή η αρματωσιά θα αποτελείται από δυο παράμαλλα, το πρώτο θα είναι 0.80 cm με πάχος 0.25 και το δεύτερο παράμαλλο θα είναι 100 cm και αυτό με 0,25 πάχος. Τα παράμαλλα θα είναι μονταρισμένα στη μάνα με τις γνωστές σφαίρες τεσσάρων κατευθύνσεων (τεχνοσφαίρες).Η αρματωσιά αυτή όπως και η παρακάτω δεν είναι οι κλασικές για τα σκαθάρια γιατί αυτά κινούνται συνήθως πάνω από τον βυθό όμως δεν χάνετε κάτι από την στιγμή ου αποτύχουν οι προηγούμενες.
- Όταν δούμε ότι όλες οι παραπάνω αρματωσιές δεν μας δίνουν τα επιθυμητά αποτελέσματα, μπορούμε να ετοιμάσουμε και την αρματωσιά με το συρόμενο μολύβι που σταματάει σχεδόν πάνω στο αγκίστρι καθώς θα έχουμε ένα μικρό παράμαλλο περίπου 10 εκατοστών και αφήνουμε την αρματωσιά μας αυτή τη φορά χαλαρή. Μπορεί τότε να δούμε τη διαφορά. Βέβαια δεν είναι τόσο πιθανόν να δούμε τη διαφορά όπως προείπαμε με τα σκαθάρια (γιατί αυτά κινούνται συνήθως πάνω από το βυθό), όμως μπορούμε να δοκιμάσουμε κι αυτό. Επίσης μπορείτε να προμηθευτείτε για ώρα ανάγκης τα έτοιμα εκπληκτικά παράμαλλα χωρίς κόμπο! του πρωταθλητή Marco Volpi.
«ΚΑΛΩΠΙΣΜΟΣ» ΤΩΝ ΠΑΡΑΜΑΛΛΩΝ:
Η χρήση παράμαλλων με χρωματιστές χάντρες δίνει στο δόλωμα μεγάλες ικανότητες προσέλκυσης και σε πολλές περιπτώσεις μας δίνει περισσότερα τσιμπήματα. Στα παράμαλλα λοιπόν αυτά πριν τα τοποθετήσουμε στην μάνα, καλό είναι να εισάγουμε τα φανταχτερά τεχνητά εξαρτήματα για προσέλκυση .Χρησιμοποιούμε δηλαδή τις κλασικές πράσινες φωσφοριζέ χάντρες, είτε εκείνες που χαρακτηρίζονται από χρώματα σε έντονους τόνους, η ακόμα και τις εξαιρετικές σε αντανακλάσεις χάντρες Swarovski που εγώ προσωπικά δεν έχω δοκιμάσει στην παράμαλλα αλλά από ότι ισχυρίζονται οι μεγάλοι Ιταλοί ψαράδες και δε έχουμε κανέναν λόγο να τους αμφισβητήσουμε αντιθέτως δε- είναι πολύ αποτελεσματικές και επίσης έχουν την καλύτερη επικόλληση με το νάιλον και το fluorocarbon.
Ένα γεγονός, που έχω διαπιστώσει εγώ ο ίδιος προσωπικά στην πράξη, είναι ότι σε θολά νερά και κυρίως μετά από κακοκαιρία οι αποχρώσεις του fluo κίτρινου , κόκκινου και πορτοκαλί, όταν τα χρησιμοποιούμε μεμονωμένα και όχι σε συνδυασμό, αποδείχτηκαν θανατηφόρες! Ενώ σε καθαρά νερά αποδείχτηκαν καλύτερες οι αποχρώσεις που τείνουν προς το ροζ. Οι χάντρες-μπίλιες αυτές, αφήνονται να τρέχουν πάνω στο παράμαλλο μέχρι τον κόμπο του αγκιστριού. Εκτός από τις χάντρες-μπίλιες, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε μικρά φτερά η ακόμα και σωληνάκια σιλικόνης σε διάφορα χρώματα. Τα σωληνάκια, σε αντίθεση με τις μπίλιες, θα τοποθετηθούν δύο (2) εκατοστά περίπου πάνω από το αγκίστρι, όπως και τα φτερά. Βέβαια στο αγκίστρι θα τοποθετηθεί ο φυσικός δόλος, που θα χρησιμοποιήσουμε και από πάνω θα ακολουθούν αυτά τα φανταχτερά τεχνητά.
Η μεγάλη όμως καινοτομία και ένα είδος «μυστικού όπλου» που φαίνεται να κάνει τη διαφορά πραγματικά στο ψάρεμα της καθετής και χρησιμοποιείται με ένα ευρύ φάσμα δολωμάτων όπως η λωρίδα καλαμάρι, τα μικρά καλαμαράκια (γόνος) ή και τα οστρακοειδή, είναι το πλέον διάσημο φωτεινό δόλωμα Lumix Dancers του ιαπωνικού κολοσσού Marufuji. Έχω αναφερθεί ξανά στο «μαγικό» αυτό δόλωμα και σας επαναλαμβάνω, για να μην το ψάχνετε, ότι είναι μικρές λεπτές λωρίδες συνθετικού υλικού, πολύ μαλακές και ελαστικές, που συμπληρώνονται στο επάνω μέρος από μια μικρή φωσφορίζουσα σφαίρα με μια διαμπερή οπή. Κλειδωμένο από δύο πώματα από καουτσούκ, μερικά εκατοστά πάνω από το αγκίστρι, το δόλωμα αυτό δίνει στην όλη αρματωσιά μας μια πολύ μεγαλύτερη δύναμη έλξης και επίσης καμουφλάρει την ενίσχυση της γραμμής που τυχόν κάνουμε τα τελευταία εκατοστά του παράμαλλου. Με την απομίμηση ενός μικρού θηράματος που κινείται στο ρεύμα, αυτά τα εξαιρετικά τεχνητά (βλέπε Φώτο) μπορούν να κάνουν τη διαφορά ακόμα και με λιγότερο επιθετικά σκαθάρια. Εκτός από την αρματωσιά Lumix Dancers της Marufuji υπαρχουν πολλές άλλες μεγάλες Ιαπωνικές εταιρίες, όπως η Οwner, η Ηarimitsu, η Hayabusa, η Sasame κλπ, που κατασκευάζουν έτοιμες αρματωσιές για καθετή, με την προσθήκη τεχνητού δολώματος.
Η κατασκευή όλων των ειδών παράμαλλων πρέπει όπως σας είπα πρέπει να γίνει με άριστης ποιότητας fluorocarbon πετονιές, ενισχυμένα στα τέσσερα (4) τελευταία εκατοστά, καθώς το σκαθάρι διαθέτει πολύ κοφτερά δόντια. Αγκίστρια πρέπει να έχουμε στη συλλογή μας διάφορα μεγέθη , όσο πιο ελαφριά μπορούμε και αν είναι δυνατόν από άνθρακα , εξαιρετική σειρά είναι τα Gamakatsu 187N.
Αν το σκαθάρι όμως είναι κακόκεφο ή ενοχλημένο από τα ρεύματα, ένα αγκίστρι τύπου crystal με λεπτό στέλεχος και κοντή αιχμή αποδεικνύεται πιο αποτελεσματικό και αυτό ισχύει επίσης και για το λυθρίνι. Άλλοι ψαράδες, έχοντας μια άλλη λογική, χρησιμοποιούν αγκίστρια αρκετά χοντρά με μεσαίο λαιμό και μύτη με κλίση προς τα μέσα, ώστε να μην την καταλαβαίνουν τα ψάρια τις πρώτες φορές που δοκιμάζουν το δόλωμα. Το να ξέρουμε να φτιάχνουμε ισορροπημένα παράμαλλα επιλέγοντας κατάλληλα αγκίστρια, μολύβια, πετονιές και αξεσουάρ, είναι ένα απαραίτητο προσόν, που χρησιμοποιούμενα με σωστό τρόπο μπορεί να μας δώσουν καλές ψαριές. Η σύλληψη λοιπόν αξιόλογων σκαθαριών απαιτεί προσήλωση σε εξελιγμένες τεχνικές γνώσεις, ερμηνεύοντας συγχρόνως και στα σημάδια της θάλασσας. Πολλά από τα ανωτέρω έχουν αναλυθεί εκτενέστατα στα γενικά άρθρα μου για την καθετή.
ΑΞΕΣΟΥΑΡ:
Για το ψάρεμα του σκαθαριού όπως και για το κάθε είδος καθετής θα χρειαστούμε μια σειρά από μικρά ή μεγαλύτερα αλλά απαραίτητα αξεσουάρ. Είναι πολύ σημαντική πριν από κάθε ψάρεμα η οργάνωση. Δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση να κάνουμε ένα ολόκληρο ταξίδι για να βρούμε τα σκαθάρια και τελικά είτε να ξεμείνουμε από μολύβια, είτε από παράμαλλα, είτε από αγκίστρια κλπ.
Σας αναφέρω ενδεικτικά μια σειρά από αξεσουάρ που θα σας βοηθήσουν πολύ στο ψάρεμα σας και στην αντιμετώπιση κάθε κατάστασης που μπορεί να συναντήσετε: καθώς η σωστή προετοιμασία και οργάνωση ,παίζει πάντα καθοριστικό ρόλο στην έκβαση μιας ψαρευτικής εξόρμησης.
Αγκίστρια διαφόρων μεγεθών και τύπων – διαφανείς τεχνοσφαίρες διαφόρων διαστάσεων – χάντρες φωσφοριζέ και με έντονους χρωματισμούς με διάμετρο 5mm-τρέσες διαφόρων χρωματισμών και διαστάσεων της Marufuji – μια σειρά ταχυσυνδέσμους – διάφορες πέρλες – stopper διαφόρων μεγεθών και διαμέτρων – μολύβι σπιράλ – μολύβια μαλαγρωτές διαφόρων βαρών της Fiorentina Roma – Θερμοσυστελόμενα σωληνάκια – ένα σωληνάριο κυανοκραλική κόλλα – ένα μαλαγρωτή με λάμες της Sardomatic – πλαστικά τσουβαλάκια για τοποθέτηση μαλάγρας – μολύβια επικαλυμμένα με πλαστικό σε σχήμα αχλαδιού σε φωσφοριζέ πράσινο ή κίτρινο, με ενσωματωμένο στριφτάρι (για να αποφεύγονται οι συστροφές) και σε διάφορα βάρη από 40-200 γραμμάρια – μερικά έτοιμα παράμαλλα για συνδυασμό τεχνητού και φυσικού δολώματος – έτοιμα Sabiki – στριφτάρια διαφόρων μεγεθών άριστης ποιότητας – τριπλά στριφτάρια – ένα ξύλο η πλαστικό κοπής δολώματος – ένα μαχαίρι φιλεταρίσματος – διάφορες βελόνες δόλωσης φυσικού δολώματος – πετονιές fluorocarbon διαφόρων διαμέτρων – χταποδάκια σιλικόνης διαφόρων χρωμάτων και μεγεθών – έναν νυχοκόπτη ψαρέματος – έναν κόπανο κουζίνας (για την προετοιμασία του καλαμαριού) – πένσα απαγκίστρωσης – ένα καλό ανοξείδωτο ψαλίδι -μερικά έτοιμα εκπληκτικά παράμαλλα για ώρα ανάγκης του πρωταθλητή Marco Volpi-απόχη –γάντζο – ειδική άγκυρα καθετής – ένα ψυγείο για την διατήρηση των δολωμάτων μας και των ψαριών( καθώς μένουμε πολλές ώρες στη θάλασσα)-στρογγυλούς φελλούς για την τοποθέτηση των παράμαλλων – έναν κουβά πλαστικό για την κατασκευή της μαλάγρας – διάφορα σωληνάκια σιλικόνης διαφόρων χρωματισμών και μεγεθών και πολλά άλλα χρήσιμα και απαραίτητα αξεσουάρ.
ΔΟΛΩΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΑ ΣΚΑΘΑΡΙΑ:
Δολώματα που να αρέσουν ιδιαίτερα στα σκαθάρια μάλλον δεν υπάρχουν. Σίγουρα όμως υπάρχουν εκείνα που προτιμούν κάποια δεδομένη στιγμή και στα οποία πέφτουν με λαιμαργία. Θεωρώ ότι πρωταρχικό δόλωμα για το ψάρεμα του σκαθαριού και βάση από την οποία θα ξεκινήσουμε είναι οι λουρίδες από φρέσκο καλαμάρι. Επίσης η σάρκα σαρδέλας είναι ένας πολύ καλός δόλος που όμως είναι ευαίσθητος και δεν προτιμάται όταν στην περιοχή υπάρχουν μικρόψαρα.
Γενικά είναι ένα παμφάγο και λαίμαργο ψάρι, άρα μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε και σαρδέλες, σωλήνες, μονοδόλια, φαραώ, λουρίδες σουπιάς κλπ. Πιστεύω ότι πρέπει να έχουμε μαζί μας μια αρκετά μεγάλη ποικιλία από αυτά τα δολώματα ώστε να τα αλλάζουμε αν παρατηρούμε μια σχετική έλλειψη τσιμπημάτων σε έναν ορισμένο τύπο δολώματος. Επίσης τα μεγάλα σκαθάρια δεν διστάζουν να επιτεθούν ακόμα και σε ογκώδη δολώματα για αυτό καλό είναι να χρησιμοποιούμε δολώματα σε μεγάλο μέγεθος. Όπως σας είπα, επίσης ο γόνος καλαμαριού είναι εκπληκτικός δόλος ιδιαίτερα στο μονό παράμαλλο.
Στην περίπτωση αυτή, όπως και σε άλλες περιπτώσεις ευαίσθητων δολωμάτων, πρέπει να ενισχύουμε – μοντάρουμε το δόλωμα με ελαστικό νήμα ώστε να είναι πιο ανθεκτικό στις επιθέσεις των μικρόψαρων. Από προσωπική εμπειρία μπορώ να σας πω ότι αν θα διάλεγα δύο δολώματα για να ψαρέψω είναι ο γόνος καλαμαριού και οι λωρίδες από ένα φρέσκο καλαμάρι, όπου και αποτελεί ένα αναντικατάστατο δόλωμα. Τους χειμερινούς μήνες, θα προτιμήσουμε το καλαμάρι η ακόμα και την γαρίδα, καθώς λόγω της κρυάδας του νερού η σαρδέλα δεν είναι τόσο αποτελεσματική.
Δόλωμα καλαμάρι:
Το καλαμάρι, όπως και η σαρδέλα θεωρείται κλασικό δόλωμα καθετής και
μπορούμε να πούμε ότι είναι πιο πολυχρησιμοποιούμενο από τη σαρδέλα, καθώς είναι πολύ πιο εύκολη η εύρεσή του και η συντήρηση του.
Καθώς ακόμα και νεκρό ή και κατεψυγμένο, δεν παύει να έχει μεγάλη αποτελεσματικότητα. Επίσης, ένα μεγάλο πλεονέκτημα του καλαμαριού, έναντι, όχι μόνο της σαρδέλας, αλλά και των υπολοίπων δολωμάτων που θα ακολουθήσουν, είναι η αντοχή του, στα τσιμπήματα και στο θαλάσσιο περιβάλλον. Με ένα κιλό καλαμάρια μπορούμε να ψαρεύουμε αρκετές ώρες. Προσελκύει τα περισσότερα από τα ψάρια της καθετής και ιδιαιτέρα τα σκαθάρια.
Όπως και τα περισσότερα δολώματα, χρειάζεται μια ελάχιστη επεξεργασία, πριν το δολώσουμε, καθώς, μερικά μέρη του σώματός του είναι πολύ πιο αποτελεσματικά από άλλα. Το περίεργο είναι, ότι τα μέρη αυτά (τα λιγότερο κατάλληλα), δυστυχώς είναι αυτά που οι ψαράδες θεωρούν τα καλύτερα. Παραδείγματος χάριν, με την πρώτη ματιά, τα πλοκάμια φαίνονται καλύτερα, όμως είναι το πιο σκληρό σημείο του καλαμαριού και τα ψάρια το προτιμούν λιγότερο.
Η κατεργασία του καλαμαριού περιλαμβάνει τα εξής:
Χωρίζουμε σωστά τα μέρη ενός καλαμαριού με ένα ψαλίδι, με το οποίο κόβουμε τη σακούλα του. Αφού την ανοίξουμε, αφαιρούμε τα εντόσθια, μαζί με το κεφάλι, τα οποία όμως σε καμιά περίπτωση δεν πετάμε όπως θα σας εξηγήσουμε παρακάτω. Όμως εδώ συμβαίνει το οξύμωρο, καθώς ναι μεν τα σημεία αυτά δεν είναι τα κατάλληλα για μικρά σπαριδή, είναι όμως, τρομερά αποτελεσματικά, δηλαδή το κεφάλι με τα εντόσθια, αν ψαρεύουμε πολύ μεγάλα σκαθάρια, μεγάλα λυθρίνια ή ακόμη και συναγρίδες.
Στην περίπτωση αυτή, το σύνολο εντόσθια και κεφάλι, τα δολώνουμε σε αγκίστρι νούμερο 1, ως νούμερο 1/0. Ξεκινώντας τη δόλωση του αγκιστριού από τα εντόσθια και καταλήγοντας στα μάτια. Τα εντόσθια από μόνα τους είναι ένα θαυμάσιο δόλωμα, για τα σκαθάρια στο βυθό.
Όπως λοιπόν καταλαβαίνετε το καλαμάρι μπορεί να χαρακτηριστεί ένα <<πλήρες>> δόλωμα καθώς τίποτα δεν πετιέται πλην της εξωτερικής του πέτσας! Το καλύτερο, όμως, βέβαια μέρος του καλαμαριού ως δόλωμα για τα σκαθάρια, είναι το σώμα του, το οποίο αφού, όπως προείπαμε, το ανοίξουμε και αφαιρέσουμε τα εντόσθια, το γδέρνουμε προσεκτικά και το ξεπλένουμε με θαλασσινό νερό. Τελειώνοντας όλη αυτή τη διαδικασία, πρέπει να κάνουμε το δόλωμα πιο άσπρο και πιο μαλακό.
Θα χρησιμοποιήσουμε λοιπόν, ένα ξύλο κοπής και έναν «κόπανο» κρέατος. Τοποθετούμε λοιπόν το καλαμάρι, πάνω στη σανίδα κοπής και το κοπανάμε προσεκτικά, μέχρι να γίνει σχεδόν διάφανο. Κατόπιν, με ένα καλό ψαλίδι ή προτιμότερα με έναν κόφτη, θα το κόψουμε λωρίδες, διαφόρων διαστάσεων, ανάλογα με τα αγκίστρια που χρησιμοποιούμε.
Αυτή ήταν η όλη διαδικασία επεξεργασίας του καλαμαριού, που εγώ θα συμπληρώσω ένα μικρό τέχνασμα, που χρησιμοποιήθηκε πάντα, από αγωνιζόμενους, σε πρωταθλήματα καθετής, και το οποίο έφερε τρομερά επιτυχή αποτελέσματα. Το τέχνασμα αυτό είναι, να χρησιμοποιήσουμε τη λωρίδα του καλαμαριού-πάντα χτυπημένο- σαν διπλό δόλωμα.
Δηλαδή, για να καταλάβετε τι εννοώ, βάζουμε στο αγκίστρι το πρώτο δόλωμα, ένα σκουλήκι για παράδειγμα και καρφώνουμε στη μύτη του αγκιστριού που περισσεύει, μια λωρίδα από καλαμάρι. Με το σύστημα αυτό, το ψάρι προσελκύεται από το άσπρο χρώμα του καλαμαριού και καταλήγει να καταπιεί το σκουλήκι, που είναι σίγουρα πιο ελκυστικό δόλωμα και αυτό το χρησιμοποιούμε κυρίως όταν στην περιοχή υπαρχουν και άλλα ψάρια, καθώς το σκαθάρι μπορούμε να πούμε, δεν δείχνει και κάποια ιδιαίτερη προτίμηση στα σκουλήκια όπως συμβαίνει με τα υπόλοιπα σπαριδή.
Δόλωμα σαρδέλας:
Είναι από τα πιο αρχαία δολώματα που αν επεξεργαστεί σωστά, φέρνει τρομεράψαρευτικά αποτελέσματα. Καθώς, είναι από τις πιο περιζήτητες γεύσεις για όλα σχεδόν τα ψάρια. Είναι πλούσια σε έλαια, με μυρωδάτο και τρυφερό κρέας και μας επιτρέπει να την διαχειριστούμε με τον καλύτερο τρόπο, καθώς μας δίνει τη δυνατότητα να κάνουμε πολλές αλλαγές του τρόπου παρουσίασης του δολώματος, ανάλογα την κάθε στιγμή και το θήραμα στο οποίο αποβλέπουμε. Συνάμα, βέβαια, η σαρδέλα αποτελεί και την πρώτη ύλη κατασκευής κάθε μαλάγρας.
Η σαρδέλα έχει πέντε (5) βασικούς και διαφορετικούς τρόπους δόλωσης:
- Ανάποδο δόλωμα, το ανάποδο δόλωμα είναι πέρα από κάθε αμφισβήτηση, η πιο αποτελεσματική μέθοδος να χρησιμοποιήσουμε τη σαρδέλα, καθώς επιτρέπει την γρήγορη και αποτελεσματική διασπορά στο νερό, του λαδιού που περιέχει. Δημιουργεί έτσι, άμεσα αποτελέσματα προσέλκυσης. Το προτιμούνε όλα τα ψάρια, και αν είναι καλοφτιαγμένο έχει καλή πρόσφυση στο αγκίστρι, κατά τη βύθισή του. Κατασκευή του δολώματος αυτού: αφού αφαιρέσουμε το κεφάλι και τη ραχοκοκαλιά, με τη βοήθεια μια βελόνας δόλωσης, θα περάσουμε το φιλέτο της σαρδέλας γυρισμένο μέσα έξω στο αγκίστρι, το οποίο στη περίπτωση αυτή θα είναι μακρύλαιμο και με το ανάλογο μέγεθος. Για να κάνουμε το δόλωμα πιο συμπαγές και ανθεκτικό, θα το τυλίξουμε με το ειδικό ελαστικό νήμα, προσέχοντας να αφήσουμε την αιχμή του αγκιστριού έξω από το δόλωμα. Επειδή η ψίχα της σαρδέλας θα είναι στραμμένη προς τα έξω, ναι μεν ο δόλος της σαρδέλας αντέχει να κατέβει στο βυθό, αλλά χάνει πολύ γρήγορα την αποτελεσματικότητά του, καθώς εύκολα στεγνώνει από τα υγρά του και τα λάδια, μη έχοντας το εξωτερικό δέρμα να τα προστατεύει και από την άλλη βέβαια, δέχεται πιο εύκολα τα τσιμπήματα από τα μικρόψαρα. Όταν λοιπόν, έχουμε τη σαρδέλα δολωμένη με αυτό τον τρόπο, πρέπει ανά τακτά διαστήματα να την αλλάζουμε.
- Δόλωμα πούρο, εδώ χρησιμοποιούμε μόνο τη μισή σαρδέλα, αφού προηγουμένως την
έχουμε κάνει φιλέτο και το δόλωμα αυτό, το αποκαλούμε «πούρο». Η κατασκευή του είναι, μια μικρή ποσότητα αναποδογυρισμένης σαρδέλας, κατά μήκος του λαιμού του αγκιστριού, που μεγάλη προσοχή το τυλίγουμε αρκετές φορές και σφιχτά με ελαστικό νήμα, φτιάχνοντας έτσι, ένα αρκετά συμπαγές και κυλινδρικό δόλωμα που αντέχει αρκετά και στα τσιμπήματα και κατά το κατέβασμα στο βυθό. Είναι ένα εξαιρετικό δόλωμα για τα σκαθάρια και άλλα αρπακτικά και μπορούμε το ίδιο δόλωμα να το χρησιμοποιήσουμε αρκετές φορές, σε αντίθεση με το ανάποδο δόλωμα. - Δόλωμα σε τάκους, αποτελεσματικό για σκαθάρια και ασφαλώς πιο εύκολο από τα προηγούμενα, στην κατασκευή. Κατασκευάζεται, καθαρίζοντας ουσιαστικά σε φιλέτο τη σαρδέλα και με ένα πολύ κοφτερό μαχαίρι κόβουμε τη σαρδέλα σε κομμάτια των 2-4 cm. Στην περίπτωση αυτή, και επειδή, με το πρώτο τσίμπημα κινδυνεύει άμεσα να αποσπαστεί από το αγκίστρι, η ευαισθησία του καλαμιού είναι καθοριστική, γιατί το κάρφωμα πρέπει να είναι άμεσο και αποφασιστικό.
- «Γεμιστό» δόλωμα, αυτό το δόλωμα είναι πολύ ελκυστικό και αποτελεσματικό, καθώς έχει στο εσωτερικό του, μία μικρή ποσότητα μαλάγρας. Κατασκευάζεται αφού καθαρίσουμε σε φιλέτα μια ολόκληρη σαρδέλα προσθέτουμε μια μικρή ποσότητα μαλάγρας, πάντα με βάση τη σαρδέλα και αναποδογυρίζουμε το σύνολο γύρω από το αγκίστρι, όπου και το συγκρατούμε με αρκετές στροφές από ελαστικό νήμα. Όταν αυτό αφεθεί προς το βυθό, απελευθερώνει σταδιακά το περιεχόμενό του, δημιουργώντας ένα αρκετά ελκυστικό και αποτελεσματικό ίχνος οσμής.
- Φιλέτο με δέρμα προς τα έξω, πολλές φορές μας τυχαίνει να έχουμε συνεχώς επιθέσεις από μικρόψαρα τα οποία καταστρέφουν του πολύτιμους δόλους μας. Στην περίπτωση αυτή μπορεί να αποδεδειχθεί πολύ αποτελεσματικό να δολώσουμε το φιλέτο σαρδέλας με το δέρμα προς τα έξω το οποίο μας εξασφαλίζει μεγαλύτερη αντοχή στο λιάνωμα.
Δόλωμα σκουλήκια:
Τα θαλασσινά σκουλήκια αποτελούν κλασσικό και κορυφαίο δόλωμα για την τεχνική της καθετής και φυσικά και για το σκαθάρι είναι ένα αρκετά καλό δόλωμα (που έτσι και αλλιώς από την φύση του είναι ψάρι λαίμαργο και παμφάγο) όχι όμως αποτελεσματικό όπως τo καλαμάρι. Τα καλύτερα κατά προσωπική μου άποψη και όχι μόνο, είναι το αμερικάνικο και το φαραώ, επίσης πολύ καλό και το μονοδόλι (όχι όμως για τα σκαθάρια) .
Αν δεν βρούμε κάποιο από αυτά, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε εναλλακτικά το κορεάτικο, που είναι εύκολη η εύρεση του, είναι τρομερά αποτελεσματικό, αλλά ευαίσθητο στα τσιμπήματα των μικρόψαρων.
Απαραίτητο ψαρευτικό εργαλείο για την δόλωση των σκουληκιών είναι η ιδική βελόνα η οποία αποτελείται από ένα σωληνάκι από ανοξείδωτο ατσάλι και χρησιμεύει για να δολώνουμε εύκολα τα σκουλήκια αλλά και τις σαρδέλες, τα καλαμάρια, τους σωλήνες κλπ)
Πως το χρησιμοποιούμε: περνάμε την βελόνα μέσα στο σκουλήκι και κατόπιν ακουμπώντας την μύτη του αγκιστριού, περνάμε πάνω του το σκουλήκι μέχρι να καλύψει και την παλέτα. Το πλεονέκτημα του εργαλείου αυτού είναι ότι εκτός από την τέλεια παρουσίαση του δολώματος μας επιτρέπει να δολώσουμε τα σκουλήκια χωρις να τα σπάσουμε ή να τα τσακίσουμε, οπότε δεν χάνουν το υγρό τους.
Η χρήση τους λοιπον είναι ουσιαστικά υποχρεωτική όταν δολώνουμε με αμερικάνικο ή μικρά μονοδόλια που, αν αδειάσουν από τα υγρά τους χάνουν όλη την δύναμη τους.
Η ΤΕΧΝΙΚΗ:
Αφού λοιπόν δολώσουμε την αρματωσιά μας θα την ρίξουμε στον βυθό Όταν ρίχνονται στο νερό λοιπον οι αρματωσιές αυτές, χρειάζονται ιδιαίτερη προσοχή, γιατί πρέπει να κατεβούν προς τον βυθό πολύ αργά, ώστε να απλωθούν τα παράμαλλα στο ρεύμα.
Αυτό θα το πετύχουμε δουλεύοντας με το καλάμι μας (τουλάχιστον τετράμετρο) συγκρατώντας τα παράμαλλα στιγμιαία. Όταν φτάσουν στον βυθό οι αρματωσιές μας, πρέπει να κρατηθούν τεντωμένες, για να απλωθούν γύρω τα παράμαλλα, χωρις να μπερδευτούν μεταξύ τους και με το καλάμι στο χέρι ή ακουμπισμένο σε ειδικές θήκες καθετής που υπάρχουν στην κουπαστή, περιμένουμε τα τσιμπήματα.
Προτιμότερο βέβαια είναι αλλά πιο κουραστικό, να κρατάμε το καλάμι πάντα στο χέρι, καθώς είναι χρήσιμο να ανεβάζουμε και να κατεβάζουμε ανά διαστήματα την πετονιά, για να δημιουργούμε περιέργεια στα ψάρια αυτά, καθώς τους αρέσει η κίνηση, αποφεύγοντας βέβαια όσο είναι δυνατόν να δημιουργούμε θόρυβο χτυπώντας το μολύβι στον βυθό.
Όταν η θάλασσα έχει ρέμα ισχυρό, δεν αντιμετωπίζουμε ιδιαίτερο πρόβλημα μπλεξίματος με τα παράμαλλα, όμως τα πράγματα περιπλέκονται, αν είμαστε αγκυροβολημένοι και σε περιοχή με αδύναμα ρεύματα. Για να αντιμετωπίσουμε τα μπερδέματα στην περίπτωση αυτή και τα οποία θα είναι καταστροφικά για το ψάρεμα μας, όπως είπαμε και προηγουμένως, αρχίζουμε να περιορίζουμε το μήκος των παράμαλλων, φτάνοντας ακόμα και τα 30 40 εκατοστά και η διάμετρος της πετονιάς να είναι όχι πιο λεπτή από 0.35mm.Επίσης αν έχουμε τρία (3) παράμαλλα, μπορούμε να τα μειώσουμε σε δύο (2), Το σκαθάρι είναι ένα πολύ μαχητικό ψάρι, γι αυτό με το πρώτο λύγισμα του καλαμιού πρέπει να είμαστε έτοιμοι να καρφώσουμε και να αντιμετωπίσουμε τις πρώτες φάσεις του μαζέματος, δίνοντας πετονιά με τα φρένα ή με την αντεπιστροφή του μηχανισμού, αν το τράβηγμα του ψαριού αποδειχθεί υπερβολικό. Αφού περάσει αυτή η πρώτη φάση, αρχίζει το κυρίως μάζεμα, όπου θα δουλεύουμε πάρα πολύ με το καλάμι, εναλλάσσοντας γρήγορα μαζέματα με γρήγορα σηκώματα.
Στη συνέχεια, καθώς πλησιάζει το σκαθάρι προς την επιφάνεια, χάνει την αρχική επιθετικότητα και όταν φτάσει στην επιφάνεια μπορούμε χωρίς προβλήματα να το αποχιάσουμε.
Επειδή το σκαθάρι είναι κοπαδιαστό ψάρι, υπάρχει η περίπτωση των πολλαπλών τσιμπημάτων και συλλήψεων. Στην περίπτωση αυτή, τα πράγματα περιπλέκονται και όλος ο εξοπλισμός μας φτάνει στα όρια της αντοχής του. Πρέπει λοιπόν να παραμείνουμε ήρεμοι και χωρίς νευρικές κινήσεις που θα μπορούσαν να βάλουν σε κίνδυνο την πολύτιμη ψαριά μας. Γι αυτό το λόγο σας είπα, ότι πρέπει να έχουμε έναν αξιόλογο εξοπλισμό, καθώς η προσοχή στη λεπτομέρεια και η φροντίδα και στις πιο συνηθισμένες ενέργειες, περιορίζουν στο ελάχιστο το απρόοπτο.
ΕΛΑΦΡΙΑ ΣΥΡΤΗ ΚΑΙ ΣΚΑΘΑΡΙΑ
Ένας άλλος πολύ αποτελεσματικός τρόπος και ιδιαίτερα για τα μεγάλα σκαθάρια είναι η αργή και light συρτή. Με την τεχνική αυτή γλυτώνουμε και όλη τη διαδικασία του αγκυροβολίου και του μαλαγρώματος. Επίσης κάνοντας ελαφριά συρτή για σκαθάρια μπορούμε να πάρουμε και άλλα αξιόλογα ψάρια όπως φαγκριά, λυθρίνια, συναγρίδες, μικρά μαγιάτικα κλπ. Εγώ προσωπικά προτιμώ αυτόν τον τρόπο ψαρέματος του σκαθαριού όχι μόνο για τους λόγους που ανέφερα αλλά επίσης καθώς είναι μια δυναμική τεχνική στην οποία δεν μένουμε στάσιμοι αλλά κινούμαστε αργά και έτσι έχουμε την δυνατότητα να εξερευνήσουμε μεγαλύτερο ψαρότοπο ώσπου να βρούμε τα σκαθάρια.
ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ:
Παρ’ότι τα σκαθάρια μπορούν εύκολα να φτάσουν και τα 3 κιλά, είναι απαραίτητο να χρησιμοποιήσουμε όσο πιο ευαίσθητο εξοπλισμό μπορούμε για να καταλαβαίνουμε τα τσιμπήματα του ψαριού που μερικές φορές είναι ανεπαίσθητα, και για να κατεβάζουμε τα δολώματα στο βυθό με όσο γίνεται λιγότερα μολύβια.
ΚΑΛΑΜΙΑ-ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ:
Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε είτε τα καλάμια της συρτής είτε τα καλάμια της καθετής, τα πρώτα με μικρούς περιστροφικούς μηχανισμούς και τα δεύτερα με σταθερούς. Άσχετα με το τι είδος καλάμια θα χρησιμοποιήσουμε, πρέπει να είναι πολύ ευαίσθητα γι αυτό είναι καλό τα καλάμια της συρτής να μην ξεπερνούν τις 12 λίμπρες και να μην είναι stand up (κοντά), αλλά με μήκος πάνω από 2 μέτρα. Αν πάλι χρησιμοποιήσουμε καλάμια καθετής (σταθερού ταμπούρου), πρέπει να είναι σκληρά καλάμια ώστε να μπορούν να ρυμουλκήσουν μολύβια με βάρος 100-150 γραμμαρίων. Στην περίπτωση αυτή η χρησιμοποίηση νήματος για να γεμίσουμε τον μηχανισμό μας είναι μονόδρομος, καθώς δεν έχει καθόλου ελαστικότητα, είναι πολύ πιο λεπτό από νάιλον ίσης αντοχής, οπότε μεταδίδει πολύ πιο γρήγορα και τα τσιμπήματα και το κάρφωμα, ενώ απαιτεί λιγότερα μολύβια χάρη στη μικρότερη τριβή πουπαρουσιάζει στο νερό. Θα χρησιμοποιήσουμε κορυφαία οχτάκλωνο ιαπωνικά ή αμερικάνικα vήματα με αντοχή από 12-20 λίμπρες.
ΑΡΜΑΤΩΣΙΑ:
Η αρματωσιά θα είναι ίδια όπως είναι στο μολύβι- φύλακα, αλλά βέβαια με πιο ελαφριά στοιχεία και πιο κοντό παράμαλλο. Στο νήμα θα δέσουμε ένα αξιόπιστο στριφτάρι 30 λιμπρών που θα έχουμε προσέξει βέβαια να περνάει από τους οδηγούς του καλαμιού, που σε αυτό θα δέσουμε ένα παράμαλλο με μήκος 5-6 μέτρα, από άριστης ποιότητας πετονιά fluorocarbon διαμέτρου 0.35 την οποία καλό είναι να διπλαρώσουμε στα τελευταία 30 εκατοστά για μεγαλύτερη σιγουριά και ασφάλεια. Αναφέρομαι σε πετονιά fluorocarbon , όχι τόσο για το χαρακτηριστικό της ως «αόρατη», αλλά όσο για την αντοχή της στις τριβές και γιατί με το ψάρεμα αυτό μπορεί να μας τύχει μια απρόβλεπτη αλλά ευχάριστη έκπληξη, να μας τσιμπήσει δηλαδή ένα μεγάλο φαγκρί ή μια μεγάλη συναγρίδα.
Η αρματωσιά μας θα βυθιστεί με ένα μικρό μολύβι- φύλακα που στερεώνουμε στο στριφτάρι με μια πετονιά
περίπου 1,5 μέτρο. Εγώ προσωπικά χρησιμοποιώ πολύ μαλακό σύρμα μικρής αντοχής και για καλύτερη υδροδυναμική παρουσία αλλά κυρίως για να αντέχει την συχνή επαφή με τα βράχια ώστε να μην είμαι αναγκασμένος να χάνω συνεχώς μολύβια φύλακες λήγω της τριβής στα βράχια.
Επίσης χρησιμοποιώ ένα όλο τέχνασμα δηλαδή δεν στερεώνω ποτέ το μολύβι-φύλακα στο στριφτάρι αλλά σε μια τεχνόσφαιρα την οποία έχω περάσει στο νήμα πριν το στριφτάρι και που στις δύο ελεύθερες τρύπες της έχω φτιάξει μια μικρή θηλιά από νήμα 80 λιμπρών (ώστε κατά το ζόρισμα σε ένα μπλέξιμο να ,μην σπάει η θηλιά μας και χάσουμε πολύτιμο χρόνο για την κατασκευή νέας). Με το σύστημα αυτό από τη μια αφήνω το στριφτάρι να δουλέψει ελεύθερα κι από την άλλη το μολύβι-φύλακας μετατρέπεται σε συρόμενο, ώστε το ψάρι κατά το τσίμπημα να μην νιώθει όσο το δυνατόν αυτό είναι εφικτό την αντίσταση του μολυβιού.
Το σύστημα αυτό παιδιά το χρησιμοποιώ τουλάχιστον εδώ και μια 15ετια και στη συρτή με ζωντανό (μολύβι-φύλακα). Ένα μεγάλο θέμα που θα έρθει σε κάποιο επόμενο άρθρο. Γυρίζουμε τώρα στα δικά μας, το μολύβι-φύλακας δεν πρέπει να ξεπερνάει τα 150 γραμμάρια, άρα πρέπει να έχουμε μια πολύ μικρή ταχύτητα στο σκάφος, για να επιτρέψει τα δολώματα μας να δουλεύουν κοντά στον βυθό.
ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΠΑΡΑΜΑΛΛΟΥ:
Όπως είπαμε, το παράμαλλο μας θα είναι μήκους περίπου 5-6 μέτρων, στο τέλος του οποίου θα μοντάρουμε ένα τεχνητό χταποδάκι σιλικόνης. Υπάρχει μια τεράστια ποικιλία από χταποδάκια σιλικόνης στην αγορά άλλα πιο αληθοφανή, άλλα διαφανή, άλλα με έντονα χρώματα. Όπως και να έχει καλό είναι να δοκιμάσετε διάφορους συνδυασμούς και να προτιμήσετε να είναι κορυφαίων εταιρειών ώστε να μην τα επηρεάζει η ζέστη, ο ήλιος και το αλάτι της θάλασσας. Τα φτηνά καλαμαράκια, εύκολα αχρηστεύονται, κολλάνε και διαλύονται. Τα τεχνητά καλαμαράκια θα είναι μήκους 12-15 εκατοστών, στο εσωτερικό των οποίων θα τοποθετήσουμε ένα μολύβι-ελιά και δύο αγκίστρια παπαγαλέ νούμερο 1-2/0 που να βαίνουν από τα πλοκάμια του σιλικονούχου δολώματος. Στα δυο αυτά αγκίστρια απαραιτήτως στερεώνουμε μια λουρίδα καλαμάρι ώστε να αποτελεί ενιαίο σώμα με το τεχνητό. Δεν θα ήθελα να σας προτείνω κάποιο συγκεκριμένο τεχνητό καλαμαράκι καθώς έχω πολλά χρόνια να ασχοληθώ με την τεχνική αυτή και από τότε η αγορά έχει ραγδαίως εξελιχθεί.
ΠΩΣ ΨΑΡΕΥΟΥΜΕ:
Ιδανικές περιοχές που πρέπει να κινηθούμε είναι οι βραχώδεις ξέρες κοντά σε υφάλους ή σε απότομα και κάθετα βράχια που καταλήγουν σε άμμο ή λάσπη. Ένα ιδανικό βάθος που συνήθως συναντάμε τα σκαθάρια είναι μεταξύ 30-50 μέτρα. Αφού εντοπίσουμε με το βυθόμετρό μας τα σκαθάρια, ρίχνουμε τα δολώματά μας στη θάλασσα και αρχίζουμε μια πολύ αργή συρτή. Η κίνηση του σκάφους πρέπει να είναι σχεδόν αρόδου. Σε περίπτωση που δεν μπορούμε να κινούμαστε τόσο αργά, μπορούμε είτε να ρίξουμε πλωτή άγκυρα ώστε να φρενάρουμε την ταχύτητα του σκάφους, είτε να βάζουμε τον κινητήρα κάθε τόσο στη νεκρά, ώστε να κατεβαίνουν τα μολύβια και τα δολώματα στο βυθό. Το ψάρεμα γίνεται με το καλάμι πάντα στο χέρι, ώστε να καταλαβαίνουμε αμέσως τα τσιμπήματα του σκαθαριού, που συνήθως δαγκώνουν το δόλωμα ακολουθώντας το. Αρκετά συχνά, είναι απαραίτητο να φέρνουμε το καλάμι προς τη θάλασσα, ώστε να δίνουμε λίγα μπόσικα στο ψάρι και μετά να καρφώνουμε.
LIGHT DRIFTING KAI ΣΚΑΘΑΡΙΑ
Το σκαθάρι μπορεί να ψαρευτεί επίσης και ιδιαίτερα τα σημαντικού μεγέθους κομμάτια με light drifting. Πολλοί θεωρούν, ότι πρόκειται για μία παραλλαγή της καθετής, χωρίς να έχει να επιδείξει κάποια νέα στοιχεία – μεγάλο λάθος. Η τεχνική αυτή, ξεκίνησε από Ιταλούς ψαράδες στην Τοσκάνη και τελικά ο χρόνος τους δικαίωσε, καθώς δεν πρόκειται για μια απλή παραλλαγή της καθετής, αλλά για μία πρωτοποριακή τεχνική, άξια να διαδοθεί. Είναι μία τεχνική, άρρηκτα συνδεδεμένη με ειδικό εξοπλισμό και στοχευμένο μαλάγρωμα.
Τώρα πια, μάλιστα, μπορούμε να θεωρήσουμε «εξειδικευμένα» και τα θηράματα στα οποία στοχεύουμε, καθώς πρόκειται για σκαθάρια , συναγρίδες, ροφούς, μεγάλα φαγκριά κλπ. Όταν πρωτοξεκίνησε η εφαρμογή της θεωρήθηκε ότι είναι μια τεχνική που ενδείκνυται κυρίως στα αφρόψαρα. Αυτό είναι ένα μεγάλο λάθος, χωρίς βέβαια, να μην παραμένουν και τα αφρόψαρα (μελανούρια, παλαμίδες, τονοειδή κλπ.) στην στόχευσή του. Αυτό βέβαια που θα σας προκαλέσει εντύπωση και ερωτηματικά είναι, πώς γίνεται με το light drifting να βγάζουμε μεγάλους χαρακωτούς σαργούς. Πώς γίνεται, ένα ψάρι, σαν το σαργό, που ζει πάντα στο βυθό, να σηκώνεται αρκετά από αυτόν για να τραφεί ? Φαίνεται παράξενο, όμως είναι δυνατόν, κυρίως αν χρησιμοποιούμε τη σωστή μαλάγρα και την κατάλληλη αρματωσιά.
Δε θα αναφερθώ στην κατασκευή της μαλάγρας, καθώς αυτά, τα έχω ήδη αναφέρει σε προηγούμενη παράγραφο . Αυτό που μόνο εχω να πω, είναι ότι το μαλάγρωμα πρέπει να καλύπτει και τα μεσόνερα και το βυθό. Η μία λύση είναι να χρησιμοποιούμε ένα σάκο με μαλάγρα τον οποίον ρίχνουμε στα μεσόνερα και συγχρόνως, μια συσκευή μαλαγρώματος (μαλαγρωτή) με λάμες, που την ρίχνουμε στα 4-5 μέτρα από το βυθό, αφού την έχουμε γεμίσει σαρδέλα. Η δεύτερη λύση είναι να ρίξουμε χύμα στη θάλασσα, αρκετή ποσότητα από λιωμένες σαρδέλες, οι οποίες όμως σε κάθε περίπτωση, θα είναι χοντροκομμένες, ώστε να δημιουργήσουν ένα ίχνος αρκετά έντονο.
Ταυτόχρονα, με φρέσκιες σαρδέλες που έχουμε, θα τις κόβουμε σε μικρά κομμάτια και
θα ρίχνουμε στη θάλασσα, μικρές ποσότητες (6-8 κομμάτια κάθε φορά). Αυτά θα πρέπει να πέφτουν μέσα στη θολούρα της μαλάγρας δεξιά και αριστερά από το σκάφος, ώστε να ψαρεύουμε πάντα μέσα σε έναν κώνο μαλάγρας. Με αυτή την ασυνήθιστη τεχνική, διευρύνουμε την περιοχή μαλαγρώματος, προσελκύοντας και ψάρια που δε βρίσκονται ακριβώς στον άξονας πλώρης και πρύμνης του σκάφους και μας θυμίζει πολύ, την παρόμοια διαδικασία, που γίνεται στο DRIFTING, για το ψάρεμα επαναλαμβάνεται κατά τη διάρκεια όλης της ψαρευτικής δραστηριότητας, ώστε να επιτρέπει στα θηράματα να των μεγάλων τοξοειδών (BIG GAME).
Η ανωτέρω διαδικασία, πρέπει να βρίσκουν πάντα το ίχνος της μαλάγρας σε περίπτωση που ο άνεμος έχει μετακινήσει το σκάφος από την αρχική του θέση. Σε περίπτωση που τα ρεύματα είναι πολύ έντονα, θα χρησιμοποιήσουμε αναγκαστικά την πρώτη λύση των δύο μαλαγρωτών ( μεσόνερων και βυθού). Καταλαβαίνετε λοιπόν, ότι θα χρειαστούμε τουλάχιστον οχτώ (8) kg σαρδέλες για την πρώτη λύση μαλαγρώματος και πολύ περισσότερα για τη δεύτερη λύση. Η ψυχή της τεχνικής αυτής είναι, κυριολεκτικά, το μαλάγρωμα, θεωρώντας ότι πρέπει να ψαρεύουμε πάντα , μέσα σε έναν κώνο από μαλάγρα.
ΑΓΚΥΡΟΒΟΛΗΣΗ ΣΚΑΦΟΥΣ:
Επίσης, ένα άλλο πολύ σημαντικό στοιχείο, εκτός απ το μαλάγρωμα είναι η αγκυροβόληση
του σκάφους. Πολύ σημαντικό, λοιπόν είναι να κάνουμε μία σωστή «ανάλυση του θαλάσσιου βυθού», ώστε η αγκυροβόλησή μας, να είναι ακριβής και καλά μελετημένη. Η επιλογή του σημείου θα πρέπει να είναι κοντά σε μια βραχώδη πτώση του βυθού. Το σκάφος πρέπει να τοποθετηθεί, έτσι ώστε το ίχνος της μαλάγρας να ρέει, από το χαμηλότερο βάθος της ξέρας, μέχρι το σημείο με το μεγαλύτερο βάθος. Στην πράξη, το σκάφος πρέπει να αγκυροβολεί, πάνω από το μέγιστο της κορυφής (ελάχιστο βάθος) στην ξέρα, και η μαλάγρα, πρέπει να ακολουθήσει μια πορεία που θα ακολουθεί την πτώση του βυθού. Για τους σωστούς και ενδεδειγμένους τρόπους αγκυροβόλησης του σκάφους, αναφέρθηκα σε προηγούμενη παράγραφο.
ΚΑΛΑΜΙΑ:
Τα καλάμια του light drifting, καλό είναι να μην είναι κάτω από 4 m, με ευαίσθητη κορυφή, αλλά και με μεγάλη αντοχή, καθώς, πολλές φορές θα απαιτηθεί να τραβήξουμε από το βυθό βαριά ψάρια με μεγάλη δύναμη. Επίσης, καλό θα ήταν, τα καλάμια να αποτελούνται από άνθρακα τελευταίας γενιάς, που να είναι σε θέση να κάμπτονται σε αρμονία με μια προοδευτική δράση, για να εξουδετερώνουν την πίεση σημαντικών ψαριών, όπως του μεγάλου σκαθαριού, της παλαμίδας, του κυνηγού, της συναγρίδας, του φαγκριού κλπ. Όταν πρωτοξεκίνησε η τεχνική, χρησιμοποιούνταν τα καλάμια καθετής, όμως σήμερα, υπάρχουν ιταλικές εταιρείες, οι οποίες κατασκευάζουν και διαθέτουν στην αγορά εξειδικευμένα και προσαρμοσμένα στην τεχνική αυτή, καλάμια. Ιδανικό θα ήταν να προτιμήσετε και καλάμι με δυνατότητα, να συνδυάζεται με ανταλλακτικές κορυφές, πολύ ευαίσθητες και μακριές και μικρής κωνικότητας. Σήμερα, τα ακριβότερα μοντέλα, χρησιμοποιούν συνήθως, πολύχρωμες κορυφές, από υαλονήματα.
Σας αναφέρω χαρακτηριστικά, μερικά εξειδικευμένα καλάμια, για να πάρετε μία πρώτη άποψη, για το τι υπάρχει στην αγορά.
- Το TKO LIGHT DRIFTING ROD COMPETITION 3000 όσο και το SUPERTAKO 4150 που διανέμονται από την Tecnofish, έδωσαν εξαιρετικά αποτελέσματα σε πρακτικές δοκιμές.
- Επίσης, η μεγάλη εταιρεία Shimano έχει κατασκευάσει εξειδικευμένα καλάμια για το light drifting, όπως τα παρακάτω εικονιζόμενα: Vengeance TE Boat Light Drifting και το αρκετά προσιτό, Shimano Speedmaster ένα εργαλείο με εξαιρετικές ιδιότητες κάτω από πολλές απόψεις.
- Επίσης αξιόλογα τα καλάμια της Colmic: Araton Pro και Raba Boron , τα οποία είναι ελαφριά, ισορροπημένα και με ασύγκριτη ευαισθησία.
- Άλλο ένα καλάμι, για light drifting είναι το Trabucco Sea-Talisman.
- Υπέροχη επίσης είναι, η σειρά καλαμιών GALACTIC, της Colmic τα οποία αντιπροσωπεύουν την απόλυτη ευελιξία. Στην πράξη, το εύρος χρήσης του, όπως το βάρος, το μήκος, η ευαισθησία και η ισχύς, είναι τόσο μεγάλα ώστε να προσαρμόζονται τέλεια σε όλες τις ανάγκες και σε όλα τα ψάρια που είναι αναπόφευκτα, σε χαμηλά και μεσαία βάθη.
- Από την εμπειρία των ψαράδων, που ασχολούνται χρόνια με το “Drifting” έρχεται η νέα σειρά Drifting Force της Tubertini , η οποία περιέχει σε τρεις ράβδους όλες τις ανάγκες που μπορούν να συναντήσουν, όσοι ασκούν αυτή την τεχνική .Ελαφρότητα, ευελιξία , ευκολία χρήσης και αποθεματικό ισχύος είναι τα βασικά του χαρακτηριστικά. Όλα τα 3x Multi-Tip είναι εξοπλισμένα με τρεις κορυφές διαφορετικής ευαισθησίας και ισχύος. Οι οδηγοί τους είναι λεπτοί και ισχυροί, άριστης ποιότητας τιτανίου SiC, με πολύ μικρό βάρος και μη αλλοιώσιμοι στο θαλάσσιο περιβάλλον.
- Άλλο ένα, επίσης, εξειδικευμένο καλάμι, είναι το Trabucco Gore Sea Power Strong.
ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ:
Ο μηχανισμός, πρέπει να είναι δυνατός και αξιόπιστος, 5.000-10.000,
ώστε να μη βαραίνει πολύ το σύνολο και να μην κουράζει υπερβολικά τον ψαρά και επίσης να έχει ικανοποιητική σχέση περιστροφής, αλλά με μακριά μανιβέλα, για να μας κάνει πιο εύκολο το χειρισμό και την ανάκτηση. Ενδεικτικά, σας αναφέρω, τα εξαιρετικά Shimano, Shimano Aero Technium 10000 XSC, Aerlex 8000 PG ή Ultegra XSC 10000, της σειράς Technium ή Power Aero, τα οποία έχουν ενσωματώσει, το πολύ χρήσιμο για την τεχνική, σύστημα αντεπιστροφής, όπως επίσης και το κορυφαίο για μένα και αρκετά οικονομικό για την ποιότητα του Penn battle II 5000 (χωρίς όμως σύστημα αντεπιστροφής).
Το καρούλι του μηχανισμού, οι κορυφαίοι ιταλοί ψαράδες συνιστούν, να το γεμίσουμε με πετονιά, άριστης ποιότητας, κατά προτίμηση no memory και όχι από νήμα, που είναι λιγότερο κατάλληλο, για τη «μαλακή» και φυσική παρουσίαση του δολώματος.
Σε γενικές γραμμές, η πετονιά (μάνα), θα έχει διάμετρο 0,35 mm. Όμως, δεν θέλω να σας αποκλείσω, το ενδεχόμενο να χρησιμοποιήσετε και τα τελευταίας γενιάς νήματα, των κορυφαίων ιαπωνικών εταιρειών, καθώς έχουν μία «μεταξένια» υφή, και γίνεται, όσο το δυνατόν, καλύτερη η παρουσίαση του δολώματος. Θα προσανατολιστούμε, δηλαδή, στα κορυφαία ιαπωνικά, οχτάκλωνο, πολύχρωμα νήματα. Αν και όπως σας είπα η πετονιά δίνει μια καλύτερη και πιο φυσική παρουσίαση του δολώματος έχει ένα μεγάλο μειονέκτημα, μετά από μεγάλη πίεση που θα της ασκηθεί από ένα αξιόλογο θήραμα κατσαρώνει (βιρινιάζει).
Εγώ προσωπικά χρησιμοποιώ οχτάκλωνο Ιαπωνικό νήμα κορυφαίας ποιότητα καθώς το γεγονός μόνο της καλύτερης παρουσίασης του δολώματος δεν με πείθει να αποχωριστώ το νήμα που το χρησιμοποιώ σε κάθε τεχνική ψαρέματος από το σκάφος. Η μοναδική τεχνική από το σκάφος που αναμφισβήτητα είναι μονόδρομος η χρησιμοποίηση πετονιάς, είναι το ψάρεμα καθετής με καλάμι Bolognese!!!
SHOCK LEADER:
Στην περίπτωση που χρησιμοποιήσουμε νήμα, είναι απαραίτητο να δέσουμε και ένα κομμάτι πετονιάς, με δέκα (10) έως δεκαπέντε (15) m περίπου, άριστης ποιότητας, διαμέτρου 0,35 έως και 0,50 mm αν στην περιοχή κυκλοφορούν μεγάλα φαγκριά και συναγρίδες.
ΑΡΜΑΤΩΣΙΑ:
Η αρματωσιά μας, θα στηρίζεται σε δύο είναι οι βασικές κατασκευές: Ένα μακρύ, μονάγκιστρο παράμαλλο, μήκους περίπου 2 m, fluorocarbon, που θα το προτιμήσουμε από το κοινό νάιλον, όχι μόνο επειδή είναι αόρατο, αλλά
κυρίως, επειδή είναι πιο ανθεκτικό στην τριβή, όταν έρχεται σε επαφή με τα δόντια σαρκοφάγων θηραμάτων. Η διάμετρός του θα ποικίλει, από 0,20-0,35 mm αν ψαρεύουμε κυρίως για σκαθάρια και ψάρια του βυθού, μέχρι 0.40 αν στην περιοχή υπάρχουν συναγρίδες και φαγκριά.
Το αγκίστρι στο τέλος του παράμαλλου, πρέπει να έχει, σχετικά κοντό στέλεχος, να είναι γερό, με αρκετά μεγάλο άνοιγμα και χημικά επεξεργασμένη αιχμή και το μέγεθός του θα κυμαίνεται, στις περισσότερες περιπτώσεις, από 6-2 αλλά αν υπάρχουν ψάρια αξιόλογου μεγέθους μπορεί να χρησιμοποιήσουμε και αγκίστρια 2/0.. Το παράμαλλο αυτό, θα το συνδέσουμε στη μάνα του μηχανισμού ή στο shock leader, ανάλογα, με ένα μικρό στριφτάρι και παραμάνα, άριστης ποιότητας πάνω από το οποίο θα βάλουμε μια μικρή χάντρα για προστασία του κόμπου. Το μονό αυτό παράμαλλο, δουλεύει τέλεια, με αγκυροβολημένο το σκάφος και χωρίς ρεύμα.
Στο light drifting, πρέπει στην πλειονότητα των περιπτώσεων, το σκάφος να είναι αγκυροβολημένο και κατά προτίμηση, επειδή τα δολώματα, δεν πρέπει να επηρεάζονται από την κίνηση του σκάφους, καλό θα ήταν, να ρίξουμε δύο άγκυρες, ώστε το σκάφος, να είναι παράλληλο με το φρύδι της ξέρας.
Στην περίπτωση λοιπόν αυτή, το ψάρεμα είναι πολύ απλοποιημένο, καθώς, το μόνο που έχουμε να κάνουμε, είναι να αφήσουμε την αρματωσιά, στο κάθετο της βάρκας, μόνο με το στριφτάρι και την παραμάνα και με την γέφυρα του μηχανισμού ανοιχτή ώστε η πετονιά να βγαίνει ελεύθερα από την μπομπίνα και το δόλωμα να μπορεί να κολυμπάει με φυσικό τρόπο στο ρεύμα. Όσο το καλάμι ψαρεύει (και καλό θα ήταν να είχαμε 3-4 καλάμια , πρέπει να διατηρείτε κατά προτίμηση οριζόντια στο σκάφος ώστε με μεγαλύτερη ευκολία να γίνετε η έξοδος της πετονιάς από τον μηχανισμό.
Σε περίπτωση τσιμπήματος το νάιλον η το νήμα θα φύγει αποφασιστικά δείχνοντας μας την παρουσία του θηράματος που θα αγκιστρωθεί μόνο του. Όπως καταλαβαίνετε λοιπόν το μεγαλύτερο πλεονέκτημα στο παράμαλλο αυτό είναι απλότητα και λεπτότητα του. Για να διατηρούνται το καλάμι η τα καλαμιά σε οριζόντια θέση υπαρχουν πολύ χρήσιμες και πρακτικές καλαμοθήκες στο εμπόριο για τον σκοπό αυτό – δείτε την παρακάτω φωτό.
Όπως διαβάζετε λοιπόν χρησιμοποιούμε ένα παράμαλλο εντελώς χωρίς ερμάτισμα, ώστε να κινείται ελεύθερα στο ρέμα και μέσα στα ίχνη της μαλάγρας. Αυτή η περίπτωση όμως, πρέπει να θεωρηθεί ακραία καθώς πάντα θα υπαρχουν κάποια σχετικά ρέματα που θα μας παρασύρουν το παράμαλλο μακριά από την καθετή του σκάφους και εν συνεπεία και από την μαλάγρα μας.
Στην προκειμένη αυτή περίπτωση όταν θέλουμε να ψαρέψουμε με ελάχιστο ερματισμό θα χρειαστούμε μια σειρά από δαγκωτά μολυβάκια που χρησιμοποιούνται και στην εγγλέζικη τεχνική (μεγέθη AAA, BB , SSG) που θα τα τοποθετήσουμε στην αρματωσιά, για να επιτύχουμε την καλύτερη παρουσίαση της, λαμβάνοντας σαφώς υπόψη μας και το βάρος του δολώματος.
Αν πάλι τα ρεύματα είναι λίγο πιοισχυρά, θα χρειαστούμε ένα απόθεμα μολυβιών μικρού μεγέθους από 1-15 gr, που να μπορούμε εύκολα να τα εναλλάσσουμε. Τα παραπάνω βαρίδια είναι κατάλληλα για να εξερευνούμε βάθη από 40-50 μέτρα και θα τα τοποθετήσουμε στην μάνα με μια απλή και πρακτική παραμάνα.
Μια άλλη περίπτωση είναι να θέλουμε να ψαρέψουμε το μονό παράμαλλο σε άμεση επαφή με τον βυθό αν και δεν προτείνετε βασικά για τα σκαθάρια αλλά για φαγκριά και συναγρίδες. Τότε θα χρησιμοποιήσουμε μολύβια από 50-250 γραμμάρια ανάλογα με το ρέμα και την κλίση της πετονιάς , λαμβάνοντας υπόψη ότιτο δόλωμα πρέπει να ψαρεύει εκεί όπου πέφτει η μαλάγρα. Για να μειώσουμε το βάρος την στιγμή του τσιμπήματος θα μοντάρουμε την αρματωσιά του μολυβιού με ένα στριφτάρι με παραμάνα . Αναφέρω αρματωσιά του μολυβιού καθώς το μολύβι θα είναι δεμένο στην παραμάνα με ένα κομμάτι πετονιάς από πενήντα (50) cm για αμμώδεις βυθούς μέχρι εκατόν πενήντα (150) cm για βυθούς με ποσειδωνία, καθώς πρέπει να ψαρεύει πάνω από τα εμπόδια του βυθού!
Ένα άλλος πολύ έξυπνος βολικός και αποτελεσματικός τρόπος ερματίσματος της αρματωσιάς και αυτό που σας προτείνω εγώ, είναι να χρησιμοποιήσετε το μολυβόσυρμα. Είναι απίστευτο εξάρτημα, καθώς μας δίνει τη δυνατότητα να δημιουργήσουμε μικρά σπιράλ ακριβώς πάνω από το στριφτάρι με ποικίλο βάρος και μήκος. Επίσης και οι μικρές τορπίλες είναι μια καλή εναλλακτική λύση, τις οποίες θα τροποποιούμε ανάλογα με τις συνθήκες.
Άλλο ένα πολύ αποτελεσματικό τέχνασμα είναι, να τοποθετήσετε και ένα μικρό φλοτεράκι στη μέση
του παράμαλλου, ώστε να το κάνετε να κυματίζει όσο πιο φυσικά γίνετε στο ρεύμα. Το κλασικό και γνωστό μας διπλαράκι, το οποίο θα χρησιμοποιήσουμε σε συνθήκες έντονου ρεύματος και με τα ψάρια περισσότερο διατεθειμένα να τραφούν. Με φελλό στο ρεύμα, άλλη μια αρματωσιά, που έχει εκπληκτικά αποτελέσματα, κυρίως, όταν τα ψάρια σηκώνονται από το βυθό για να τραφούν (που συμβαίνει πολλές φορές με τα σκαθάρια), είναι με περαστό φελλό. Με λίγα λόγια, εξασκούμε μια δυναμική παραλλαγή του Bolognese.
Η ίδια σκέψη, αλλά με διαφορετικό εξοπλισμό. Στην περίπτωση αυτή, θα τοποθετήσουμε στη μάνα έναν περαστό φελλό 100 gr και ένα μολύβι 80 gr και δύο περαστά. Βασικά κρατάμε, την ίδια αρματωσιά του μονού παράμαλλου που αναφέραμε, εισάγοντας στη μάνα το φελλό και τα μολύβια, δεν υπάρχει καμία άλλη διαφοροποίηση. Ρίχνουμε την αρματωσιά μας στο νερό, μετρώντας τα μέτρα του βυθού, όπως φαίνονται στο βυθόμετρο, έπειτα, μπλοκάρουμε τον περαστό φελλό με ένα στόπερ ώστε να ψαρεύουμε 3-5 μέτρα από τον βυθό.
Όπως βέβαια καταλαβαίνεται, η τεχνική αυτή δεν μπορεί να ασκηθεί σε πολύ μεγάλο βάθος, ούτε όταν επικρατούν έντονα ρεύματα.
ΔΟΛΩΜΑΤΑ:
Παρότι το σκαθάρι είναι παμφάγο ψάρι, το κύριο δόλωμα του είναι είτε οι λουρίδες καλαμάρι η καλύτερα ο γόνος καλαμαριού. Ότι δόλωμα και να χρησιμοποιήσουμε πάντως, αυτό που πρέπει να θυμόμαστε είναι, ότι είναι πολύ επιθετικό ψάρι με μικρό στόμα, επιβάλετε λοιπόν να δένουμε καλά το δόλωμα μας πάνω στο αγκίστρι με ελαστικό νήμα.
ΔΟΛΩΜΑ ΣΑΡΔΕΛΑ:
Το κύριο δόλωμα στην τεχνική του light drifting είναι η σαρδέλα, στην οποία έχουμε αφαιρέσει το κεφάλι, όμως στην περίπτωση του σκαθαριού το καλαμάρι είναι το κύριο δόλωμα. Το πιο αποτελεσματικό σύστημα δόλωσης συνίσταται, στο να περάσουμε με μια βελόνα δόλωσης, την ελεύθερη άκρη του παράμαλλου (χωρίς τα αγκίστρια) και να τα τραβήξουμε, μέχρι τα αγκίστρια να μπουν μέσα στη σαρδέλα.
Εάν δεν είμαστε διατεθειμένοι να μπούμε σε αυτή τη διαδικασίας δόλωσης, ή δεν έχουμε την κατάλληλη βελόνα, μπορούμε να δολώσουμε τη σαρδέλα, χωρίς να περάσουμε το παράμαλλο από το εσωτερικό της, με τα αγκίστρια στο εξωτερικό, στερεώνοντας το παράμαλλο στην ουρά της με πλαστικό νήμα.
Αυτοί οι τρόποι δόλωσης είναι για μεγάλα θηράματα βυθού (αξιόλογα φαγκριά, συναγρίδες, ροφούς κλπ.) και συνοδεύεται από αγκίστρια μεγέθους 1/0-2/0, στερεωμένα 3 cm περίπου, το ένα από το άλλο.
Επίσης την σαρδέλα μπορούμε να την δολώσουμε
α) ως ανάποδο δόλωμα
β) ως δόλωμα πούρο
γ) ως δόλωμα σε τάκους και τέλος ως δόλωμα γεμιστό.
Για όλους τους ανωτέρω τρόπους δόλωσης της σαρδέλας, αναφέρθηκα αναλυτικά σε προηγούμενη παράγραφο και είναι άσκοπο να επαναλάβω.
ΔΟΛΩΜΑ ΚΑΛΑΜΑΡΙ:
Το καλαμάρι, όπως και η σαρδέλα θεωρείται κλασικό δόλωμα για το light drifting και ιδιαίτερα για τα σκαθάρια θεωρείται κορυφαίο και ανώτερο της σαρδέλας. Καθώς ακόμα και νεκρό ή και κατεψυγμένο, δεν παύει να έχει μεγάλη αποτελεσματικότητα.
Επίσης, ένα μεγάλο πλεονέκτημα του καλαμαριού, είναι η αντοχή του στα τσιμπήματα και στο θαλάσσιο περιβάλλον. Για την επεξεργασία του καλαμαριού αναφερθήκαμε σε προηγούμενη παράγραφο, όμως αυτό που διαφέρει είναι, ότι ενώ το καλύτερο μέρος του καλαμαριού ως δόλωμα, για τα περισσότερα ψάρια της καθετής, είναι το σώμα του, στο light drifting, είναι το σύνολο εντόσθια και κεφάλι.
Αν όμως χρησιμοποιήσουμε ένα μεγάλο φιλέτο από το σώμα του καλαμαριού, θα πρέπει να κάνουμε το δόλωμα πιο
άσπρο και πιο μαλακό. Θα χρησιμοποιήσουμε λοιπόν, ένα ξύλο κοπής και έναν «κόπανο» κρέατος.
Τοποθετούμε λοιπόν το καλαμάρι, πάνω στη σανίδα κοπής και το κοπανάμε προσεκτικά, μέχρι να γίνει σχεδόν διάφανο. Κατόπιν, με ένα καλό ψαλίδι ή με ένα κοφτερό μαχαίρι, θα το κόψουμε λωρίδες, διαφόρων διαστάσεων, ανάλογα με τα αγκίστρια που χρησιμοποιούμε. Υπέροχος όμως δόλος, ισάξιος μπορούμε να πούμε (και για μεγάλα σκαθάρια ανώτερος του συνόλου εντόσθια και κεφάλι) είναι ο γόνος καλαμαριού, που είτε φρέσκος είτε κατεψυγμένος, έχει εκπληκτικά αποτελέσματα σε όλα τα ψάρια, που μπορούμε να ψαρέψουμε με αυτή την τεχνική και μάλιστα για το σκαθάρι που αναφερόμαστε όπως σας είπα και στην αρχή της παραγράφου είναι ανώτερος της σαρδέλας, καθώς τα σπαριδή αυτά, έχουν μια ιδιαίτερη προτίμηση στα καλαμάρια.
Επίσης, με έντονο ρεύμα, τα πιο ευμεγέθη δολώματα, θα προσφέρουν μεγαλύτερη βύθιση και αντίσταση στο νερό. Στην περίπτωση αυτή, δε θα χρησιμοποιήσουμε λωρίδες καλαμαριού ή φιλέτα σαρδέλας, αλλά, ολόκληρη τη σαρδέλα, με τους τρόπους που έχω αναφέρει ή το κομμάτι (τάκος) της σαρδέλας ή την διπλή δόλωση με γόνο καλαμαριού, εφόσον ψαρεύουμε με δύο παράμαλλα. Η τακτική αυτή, θα φανεί ιδιαίτερα αποτελεσματική, και θα μας χαρίσει σκαθάρια σημαντικού μεγέθους όπως επίσης φαγκριά και συναγρίδες!.
KABURA & INCHIKU ΓΙΑ ΣΚΑΘΑΡΙΑ
Το σκαθάρι όπως σας εχω αναφέρει, έλκετε ιδιαίτερα από τα τεχνητά δολώματα, όταν αυτά συνοδεύονται και με φυσικό δόλο. Έτσι λοιπόν πολλές φορές, πέφτει θύμα της kaburas μας η στοinchiku μας, όταν αυτά συνοδεύονται από φυσικό δόλο. Δεν θα αναλύσω περισσότερα τις τεχνικές αυτές, καθώς δεν αλλάζει κάτι από τα γενικά που ισχύουν, μόνο το γεγονός βέβαια, ότι είναι απαραίτητο η kabura μας και το inchiku μας, να συνοδεύονται πάντα από μια λουρίδα καλαμάρι.
Για όλους τους ανωτέρω τρόπους ψαρέματος του σκαθαριού, είτε με καθετή είτε με light drifting, είτε με συρτή, θα σας ανεβάσω και μια σειρά βίντεο, κυρίως του μεγάλου Ιταλού πρωταθλητή ψαρά Μarco Volpi και του επίσης μεγάλου ιταλού ψαρά Antonello Salvi, με τα οποία θα καταλάβετε πολύ καλύτερα τις τεχνικές αυτές καθώς μια εικόνα χίλιες λέξεις
ΠΗΓΕΣ: calabrapesaonline.it, fishngmania.it , marcomeloni.it ,big gam.it, matchfishing.it,
pescareonline.it , italianfishingtv.it, pescatv.it , pescare net, hobbypesca,com , amiciperlapesca.it,
nzfishingword, fishing.net.nz, sport fishing magazine, pascainmare magazine και άλλες σελίδες
forum και blogs.